Αντιφατική αναδεικνύεται η σχέση των Ελλήνων με την παλαιότερη δημόσια επιχείρηση της χώρας, τη ΔΕΗ, σύμφωνα με έρευνα της εταιρείας Max Media Greece. Ολο και περισσότεροι πολίτες φαίνεται να εξοργίζονται όταν λαμβάνουν τη… λυπητερή, να δηλώνουν έτοιμοι να φύγουν, αλλά να… παραμένουν πιστοί μέχρι την άφιξη του επόμενου λογαριασμού. Η σφυγμομέτρηση διενεργήθηκε τηλεφωνικά σε δείγμα 600 ατόμων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Οι συμμετέχοντες δεν «μάσησαν» τα λόγια τους στην αξιολόγηση της ΔΕΗ και των υπηρεσιών της. «Εχει ακριβές τιμές», ισχυρίζεται το 45% των ερωτηθέντων, «ακριβό πάγιο» (27%), «κακή εξυπηρέτηση πελατών» (27%), «υψηλές χρεώσεις» (25%), «συχνές διακοπές ρεύματος» (10%), «κακή ποιότητα υπηρεσιών και ρεύματος γενικά» (9%), «δεν νοιάζεται για τις ανάγκες των πελατών» (9%), «έχει μεγάλες ουρές στα ταμεία» (9%), κ.ά. Συνολικά, 45% δηλώνουν δυσαρεστημένοι, αλλά 80% εξακολουθούν να ηλεκτροδοτούνται από τη ΔΕΗ.
Πώς εξηγείται το εν λόγω παράδοξο; «Η γενιά που ενδεχομένως να θέλει να αλλάξει πάροχο, οι άνω των 35 ετών, έχουν μεγαλώσει με το μονοπώλιο της ΔΕΗ», επισημαίνει η κ. Μαρία Θεοδωροπούλου, client service director της Max Media Greece. «Ας μην ξεχνάμε ότι η ΔΕΗ άρχισε να δίνει το “παρών” στην ελληνική επικράτεια από τo ’50 και έχει ταυτιστεί με τη βελτίωση της ποιότητας ζωής». Οσοι δύσκολα διανοούνται μια «αποστασία» προβληματίζονται για το γραφειοκρατικό κομμάτι. «Η διαδικασία αλλαγής παρόχου είναι απλή, μακράν απλούστερη από την αλλαγή παρόχου τηλεφώνου, ωστόσο έχει επικρατήσει η εσφαλμένη αντίληψη ότι είναι… άθλος». Οι παραπάνω αναστολές απορρέουν και από τις νωπές μνήμες του σκανδάλου Energa, που άφησε εκτεθειμένους τους πελάτες της. «Σήμερα, ωστόσο, στην αγορά ενέργειας έχουν μπει εταιρείες κολοσσοί με αποδεδειγμένη αξιοπιστία».
Ωστόσο, η κριτική που ασκείται προς τη ΔΕΗ δεν είναι απαραιτήτως δίκαιη. «Κατ’ αρχάς το ρεύμα είναι παντού το ίδιο, δεν τίθεται ζήτημα ποιοτικής διαφοροποίησης», σχολιάζει η κ. Θεοδωροπούλου. «Η συζήτηση αφορά μόνον τις τιμές και τις παροχές, οι λογαριασμοί όμως δεν “φουσκώνουν” από την αξία του ρεύματος, αλλά από τους φόρους». Επομένως, «για όσους χάρη στη συνέπειά τους λαμβάνουν την έκπτωση 10%, το τελικό ποσό πληρωμής δεν απέχει τόσο από εκείνο των εναλλακτικών παρόχων, οπότε η αλλαγή παύει να είναι θελκτική». Βέβαια, στην προσκόλληση των Ελλήνων στη ΔΕΗ διακρίνεται και μια δόση υστεροβουλίας: ως δημόσια επιχείρηση δύσκολα αποφασίζει τη διακοπή ηλεκτροδότησης στους κακοπληρωτές. Είναι το Δημόσιο που αγαπάμε… να μισούμε. «Το φαινόμενο δεν είναι ελληνικό: στη Βρετανία, η αγορά ενέργειας έχει απελευθερωθεί από το 1989, σήμερα μερίδιο 25% της αγοράς μοιράζονται 75 πάροχοι, ενώ το 61% των Βρετανών έχει έως σήμερα αλλάξει μία ή καμία φορά πάροχο».
Εν Ελλάδι, όσοι προχώρησαν σε αλλαγή έχουν επιλέξει τον Ηρωνα, την Protergia, την Elpedison, την NRG, τη Voltera, τη Watt and Volt και τη Ζενίθ. Το Φυσικό Αέριο Αττικής κατέχει περίπου 0,35% μερίδιο της αγοράς, καθώς μόνον 43% των κατοίκων των περιοχών με υποδομή έχουν κάνει εγκατάσταση, προφανώς λόγω κόστους. Ωστόσο, φαίνεται ότι το φυσικό αέριο εμπνέει εμπιστοσύνη στους καταναλωτές, καθώς αποτελεί τη βέλτιστη εναλλακτική στη μετάβαση από τον λιγνίτη στις ΑΠΕ και βέβαια πρόκειται για δημόσια επιχείρηση με παρουσία από το 1857.
(πηγή: «Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ»)