“Εδώ – ξανά – Πολυτεχνείο” γράφει ένα λιτό πανό, κρεμασμένο στην κεντρική πρόσοψη του ιστορικού κτιρίου του ΕΜΠ στην οδό Πατησίων, τιμώντας σήμερα τα 44 χρόνια της επετείου. 44 χρόνια μετά. Πολυτεχνείο πάλι σήμερα. Νοέμβρης ξανά.
Εκείνο το Πολυτεχνείο ήταν το μεγάλο και φωτεινό ξέσπασμα της νιότης άλλων εποχών που λειτούργησε σαν μαγιά για να φουσκώσει το καρβέλι των ελευθεριών που έως σήμερα απολαμβάνουμε. Πάνω στην τσαλακωμένη από τις ερπύστριες πύλη του, στάθηκε το οικοδόμημα της πιο στέρεης δημοκρατίας που γνώρισε η Ελλάδα. Η δημοκρατία είναι το μόνο “σπίτι” που έχουμε. Το μόνο καταφύγιο.
Στο κάτω – κάτω της γραφής το λέει και το τραγούδι: “…τα όνειρα των εραστών δε σβήνουν”. Όποιος δεν αισθάνεται εραστής, ας σιωπήσει…
Το απόσπασμα προέρχεται από το βιβλίο του Χειμωνά “Ο γάμος” (1974). Σε μικρή χρονική απόσταση από την εξέγερση των φοιτητών στο Πολυτεχνείο, το Νοέμβριο του 1973, το σύντομο αυτό κείμενο με συμβολική γλώσσα και βαθύ σεβασμό, μνημονεύει τη θυσία των νέων.
– “Έξι χιλιάδες νέοι κι έφηβοι παιδιά και κλείστηκαν με φωνές. Απ£ έξω ένας στρατός να πολιορκεί κι άλλος λαός και φώναζε. Ξαφνικά κατέβηκε μια σιωπή κι αυτοί οι νέοι βάρυναν. Αισθάνθηκαν ν£ αποχτούν ένα ακατανίκητο βάρος και σαν ένα τεράστιο και ταραγμένο σύμπλεγμα όπως εκείνα τα σπαραγμένα ανθρώπινα μαζώματα της καταστροφής.
Αβάσταχτα σώματα κι άρχισαν να βουλιάζουν ξαφνικά μέσα στη γη κι οι ακίνητες χειρονομίες τους αναπήδησαν από τη γη σαν τελευταίοι θάμνοι και χαθήκαν. Σ΄ εκείνο το μέρος η γη δεν άντεξε και υποχώρησε σαν μια καθίζηση και χωρίς κανέναν κρότο ο σωρός βούλιαζε μαρμαρωμένος κι αργά σαν καράβι και τεντωμένα άλογα που πέφτουν σε γκρεμνό κι έσπανε σε μεγάλα κομμάτια το κάθε κομμάτι μεγαλύτερο από το ολόκληρο.
Γλιστράν βαθιά και βυθίζονται βαριά κι αργά στα μαλακά βάθη της γης που έχουν ένα τρυφερό χώμα και πιο βαθιά απ£ όλες τις ρίζες κι από όλους τους τάφους κι ακόμα πιο βαθιά κι από τις παραχωμένες άγκυρες του κακού και σκαλωμένες.
Απότομα η γη έγειρε κι έκανε μια κλίση προς τα εκεί. Αλλά κανείς δεν πλησιάζει το βάραθρο και όλοι αποστρέφονται. Κανείς ποτέ δε θα τολμήσει να σκύψει και να δει κι ούτε κι οι μάνες. Κανείς να μην τολμήσει”.