Πρωτομαγιά στο Αίγιο “Τότε”

Όχι πως άλλα µέρη της Ελλάδας δεν είναι όµορφα τούτον το µήνα της Άνοιξης και των λουλουδιών, που η φύση ξαναγεννιέται για να συνεχίσει τον αιώνιο γύρο της. Αλλά ετούτη η δική µας Αιγιώτικη Άνοιξη θαρρώ πως είναι η οµορφότερη απ’ όλες. Γιατί εδώ σ’ αυτόν τον ευλογηµένο τόπο ευδοκιµούν όλα τα είδη των δένδρων, των φυτών και των λουλουδιών, γιατί εδώ η µοσχοβολιά των λεµονανθών µαζί µε του µπάτη της θάλασσας ανεβάζει πάνω ως τα Ψηλά Αλώνια τη βαριά µυρωδιά από τις ιτιές της Αλυκής….

Συνδυασµένη η Άνοιξη µ’ εκείνα τ’ ανέµελα νεανικά µας χρόνια, τα χρόνια της εφηβείας µας, στις αρχές της δεκαετίας του ’60, αποτυπώθηκαν για πάντα στον σκληρό δίσκο του µυαλού µας και θα φύγουν µαζί µ’ αυτό!….

Ο κόσµος βγαλµένος από τα βάσανα της κατοχής, του εµφυλίου και της δυστυχίας, προσπαθούσε να σταθεί όρθιος. Έτσι µιας και οι µέρες της ξεγνοιασιάς ήταν λίγες, όταν έβρισκαν ευκαιρία όλοι ξεφάντωναν στα σπίτια τις γιορτές, σε πανηγύρια ή σχεδόν πάντα τις Απόκριες και την Πρωτοµαγιά.

Θυµάµαι τις προετοιµασίες στα µαγαζιά την παραµονή της Πρωτοµαγιάς. Να στήνουν ψησταριές, ν’ ανεβάζουν γιρλάντες µε φώτα και να κουρντίζουν µε το χερούλι το µεγάλο γραµµόφωνο µε τους δίσκους των 33 στροφών. Τα κέντρα της Πρωτοµαγιάς ήταν χαρακτηριστικά γιατί εκείνη την µέρα πάντα γέµιζαν.

(Του ΣΤΑΘΗ ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΥ, τ. Δημάρχου Αιγιάλειας)
(Γράφει ο ΣΤΑΘΗΣ ΘΕΟΔΩΡΑΚΟΠΟΥΛΟΣ, τ. Δήμαρχος Αιγιάλειας)

Έτσι µου ’ρθαν στο νου ένα-ένα όλα εκείνα τα φτωχικά ισόγεια µαγαζάκια µε τους κήπους πληµµυρισµένους από τριανταφυλλιές, γιασεµιά και νυχτολούλουδα.

Παραδοσιακά κέντρα, που δεν θα ξεχάσω ποτέ ήταν εκείνο του Ιωακείµ στην Καλλιθέα, πίσω απ’ τα Γυµνάσια, µε τον γέρο σκωπτικό πρόσφυγα ιδιοκτήτη και µετά το Λογγίνο… Έβγαζε τραπεζάκια έξω, απέναντι στις ελιές, φωταγωγούσε τον γύρο χώρο κι έβαζε στην διαπασών το γραµµόφωνο, που ακούγονταν κάτω ως τη Μερτιά…. Εκεί ανέβαιναν αργά πολλοί από τα Ψηλά Αλώνια αλλά και ήταν πιο κοντινό στους Αιγιώτες της Καλλιθέας. Πιο δω, στην Παύλου Μελά, δίπλα απ’ την Μογγολία, η ταβέρνα του Ντίνου του Μακρή, που συχνάζαµε φίλοι πολλά βράδια, φίλαθλοι του Παναιγιαλείου και άνθρωποι της Χαρτοποιίας…Με τον Νίνο, νέο και αγαπητό, να προσπαθεί πάντα να µας ευχαριστεί.

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

Στο κέντρο η αστική συγκοινωνία του Αιγίου, κέντρα αναφοράς του Τσώτσου (σήµερα Γεδεών) στην συµβολή της Βασιλέως Κωνσταντίνου µε την Παναγιωτοπούλων και στο τέλος του Βαρουξή στο Πανωγιωτοπουλέικο δίπλα…µέσα σε ολάνθιστους κήπους…. Γυναίκες µε τα πρώτα καλοκαιρινά ανάλαφρα φλοράλ φορέµατα µε τουαλέτες και φουρό. Άνδρες µε ανοιχτόχρωµα κουστούµια και παπούτσια δίχρωµα (άσπρο-µαύρο, άσπρο-κόκκινο). Φαγοπότι και χορός µέχρι πρωίας…. Και πέρα στους Φόρους (σήµερα οδό Κορίνθου) στην ταβέρνα της Βλάχαινας, που σύχναζαν κάτοικοι της εκεί συνοικίας, που έφθανε µέχρι το µαγαζί του φίλου µου του Τέρπου.

Η Πρωτοµαγιά όµως είχε ένα κύριο σηµείο αναφοράς. Την διαδροµή Αιγίου-Τεµένης….. µε τα πόδια. Αυτήν την ατελείωτη βόλτα των πέντε χιλιοµέτρων σε παρέες, οικογένειες και φίλους. Θαρρώ πως δεν θα υπήρξε παρέα που να µην την είχε περπατήσει… Ξεκινούνε ατελείωτος κόσµος απ’ όλο το Αίγιο και από το Νοσοκοµείο έφθανε ως το κέντρο του Λουτσόπουλου στην Τέµενη.  Όλα τα µαγαζιά της Τέµενης γεµάτα στην πλατεία (σήµερα του Παπουτσή απέναντι το παραδοσιακό) µε τον Λάγαρη να υποδέχεται τον κόσµο µ’ ένα µεγάλο γαρύφαλλο στο πέτο, που από τότε του ’µεινε και δεν το ’βγαλε ποτέ…. Εκεί καταφθάναµε µετά τις δέκα το βράδυ και γυρίζαµε το πρωί…. Όσοι δεν άντεχαν σταµατούσαν στη µέση της διαδροµής κι έµεναν στον Συνοικισµό, στου Προδροµάκη και πιο κάτω στην χασαποταβέρνα του Μανεσιώτη µε τα ψηλά παιδιά και τους υπέροχους µεζέδες. Όλη αυτή η διαδροµή των πέντε χιλιοµέτρων ήταν γεµάτη. ∆εν υπήρχαν τότε αυτοκίνητα. Περπατούσαµε όλοι ατελείωτες ώρες µέχρις τελικής πτώσεως. Η Τέµενη, βλέπεις, είχε δύο κύρια χαρακτηριστικά: Τα λουλούδια και τους λεµονανθούς και τις όµορφες κοπέλες. Ήταν ο τόπος που ανέκαθεν τραβούσε τους νέους….

 

………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

Κάνοντας αναδροµή στον χρόνο, χθες βράδυ, παραµονή Πρωτοµαγιάς, ξεκίνησα εκείνη την παλιά διαδροµή, οδηγώντας και επαναφέροντας στο νου µου όλα τούτα. Ήταν σκοτάδι αλλά εγώ αποσβολωµένος νόµισα πως έβλεπα φώτα και ανθρώπους να περπατούν, κι οδηγούσα προσεκτικά. Η αλήθεια είναι πως ήταν παντού ερηµιά – τα πάντα άλλαξαν!… Με επανέφερε ο δαιµονισµένος ήχος µιας µοτοσικλέτας..

Όλα µου φάνηκαν σαν χθες…..Μόνο οι αναµνήσεις παραµένουν νωπές…. Εκείνες οι Πρωτοµαγιές δεν ξεχάστηκαν ποτέ…. Γιατί, ίσως, είναι δεµένες µε την Άνοιξη της νιότης µας που έφυγε µαζί τους.

(Απόσπασμα – Δημοσιεύτηκε στον “ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ”, Πέμπτη 7/5/2015)