Οι προϋποθέσεις για τη χορήγηση σύνταξης, λόγω θανάτου, στα δικαιούχα μέλη, καθώς και τα δικαιώματα του αντισυμβαλλομένου σε σύμφωνο συμβίωσης, με βάση το νέο ασφαλιστικό νόμο, περιγράφονται σε εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας, την οποία υπογράφει ο υφυπουργός Κοινωνικών Ασφαλίσεων, Τάσος Πετρόπουλος.
Ηλικιακό όριο στον επιζώντα σύζυγο, μικρότερο ποσό σύνταξης και ακόμη πιο αυστηρές προϋποθέσεις στις περιπτώσεις διαζυγίου, προβλέπονται για τις συντάξεις χηρείας, σύμφωνα με το νέο τοπίο που διαμορφώνεται με την εγκύκλιο του υπουργείου Εργασίας. Οι αλλαγές αφορούν όλες τις παροχές προς συζύγους και ανήλικα τέκνα, για θανάτους που επήλθαν από τις 13 Μαΐου 2016 και εφεξής καθώς διαμορφώνονται ενιαίοι όροι για όλους, ακόμη και για τους αγρότες ασφαλισμένους στον ΟΓΑ.
Αναλυτικά, βάσει νόμου και σύμφωνα με την εγκύκλιο, εάν ο επιζών σύζυγος είναι 55 τη στιγμή του θανάτου παίρνει διά βίου τη σύνταξη, ενώ αν είναι μικρότερος την παίρνει κατ’ αρχήν για 3 χρόνια. Μετά την 3ετία εξετάζεται αν ο χήρος ή η χήρα συμπλήρωσε τα 55 κι αν αυτό συμβαίνει, παίρνει ξανά διά βίου τη σύνταξη στα 67.
Μάλιστα, η εγκύκλιος ξεκαθαρίζει ότι εάν ο επιζών σύζυγος έχει ανήλικα τέκνα ή αν τα τέκνα του είναι έως 24 ετών και σπουδάζουν, θα λάβει εκ νέου τη σύνταξη στα 67 ακόμη κι αν δεν συμπληρώνει μετά την 3ετία τα 55, υπό την προϋπόθεση ότι θα τα συμπληρώσει όταν τα παιδιά γίνουν 18 ή 24 εφόσον σπουδάζουν.
Βέβαια, η σύνταξη χηρείας θα αντιστοιχεί στο 50% της σύνταξης του θανόντος, και όχι στο 70% που προβλέπεται για παλαιές συντάξεις χηρείας, οι οποίες καταβάλλονταν πριν από την ψήφιση του νόμου Κατρούγκαλου.
Προσοχή όμως, σύμφωνα με την εγκύκλιο που υπογράφει ο αρμόδιους υφυπουργός Τάσος Πετρόπουλος, οι συντάξεις χηρείας για θανάτους που συντελούνται από τις 13 Μαΐου 2016 και μετά, θεωρούνται νέες συντάξεις και υπολογίζονται με βάση τον νέο τρόπο (εθνική και ανταποδοτική, χωρίς προσωπική διαφορά).
Συνεπώς, σε περιπτώσεις ήδη συνταξιούχων, οι οποίοι πεθαίνουν μετά τις 13/5/2016, ο επιζών σύζυγος εφόσον πληροί τις ηλικιακές προϋποθέσεις θα λάβει όχι το 50% της σύνταξης του θανόντος, αλλά το 50% της σύνταξης που θα υπολογιστεί με βάση τα νέα ποσοστά αναπλήρωσης και το σύνολο των αποδοχών για τις οποίες έχουν καταβληθεί εισφορές.
ΕΝΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ
Ετσι, για παράδειγμα, ασφαλισμένος με 40ετία αποβιώνει στις 13/5/2016, καταλείποντας επιζώσα σύζυγο 49 ετών με παιδί 8 ετών. Η χήρα θα λάβει τη σύνταξη θανάτου την πρώτη τριετία και δεδομένου ότι έχει ανήλικο, θα εξακολουθήσει να τη λαμβάνει για όσο χρόνο υφίσταται η ανηλικότητα (ή μέχρι τα 24 εφόσον το παιδί σπουδάζει). Μετά θα διακοπεί η σύνταξη, δεδομένου όμως ότι έως την ενηλικίωση του παιδιού η σύζυγος συμπληρώνει τα 55, η σύνταξη θα της επαναχορηγηθεί στα 67.
Αναλυτικά, ο επιζών σύζυγος λαμβάνει το 50% και κάθε παιδί το 25%. Το συνολικό ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει το ποσό της σύνταξης που ελάμβανε ο θανών. Αν η χήρα/χήρος αναλάβουν εργασία, προβλέπεται μείωση κατά 50% του μεριδίου του, με το ποσό να επιμερίζεται στα παιδιά.
Βασική προϋπόθεση είναι επίσης ο θάνατος του ασφαλισμένου ή συνταξιούχου να έχει επέλθει μετά την πάροδο 5 ετών από την τέλεση του γάμου.
Μάλιστα, διευκρινίζεται ότι σύνταξη λόγω θανάτου δικαιούται και ο διαζευγμένος σύζυγος αλλά με πολύ αυστηρότερες προϋποθέσεις.
Τα παιδιά δικαιούνται σύνταξη εφόσον είναι ανήλικα ή σπουδάζουν (μέχρι 24 ετών). Στον αντίποδα, το δικαίωμα συνταξιοδότησης ενήλικων άγαμων θυγατέρων καταργείται για τις νέες συντάξεις χηρείας.
Διά βίου σύνταξη θανάτου παίρνουν τα παιδιά μόνο αν είναι ανίκανα προς κάθε βιοποριστική εργασία. Η ανικανότητα εξετάζεται τη στιγμή του θανάτου, ενώ αν επέλθει μεταγενέστερα δεν δημιουργεί δικαίωμα σύνταξης.
Έντυπη Καθημερινή