Σε Έκτακτη Κοινή Συνεδρίαση των Διοικητικών Συμβουλίων της Ένωσης Περιφερειών Ελλάδας (ΕΝΠΕ) και της Κεντρικής Ένωσης Δήμων Ελλάδας (ΚΕΔΕ), η οποία πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 1 Μαρτίου 2017, συζητήθηκε το θέμα που αφορά την αλλαγή του « Καλλικράτη», στο πλαίσιο της Μεταρρύθμισης στη Δημόσια Διοίκηση και Αυτοδιοίκηση και τη δημοσιοποίηση των προτάσεων της Επιτροπής που έχει συστήσει το Υπουργείο Εσωτερικών.
Τα Διοικητικά Συμβούλια των δύο Βαθμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης κατέληξαν στις παρακάτω θέσεις με κοινό ψήφισμα που καταρτίστηκε:
– Ζητούν από την πολιτική ηγεσία του Υπουργείου Εσωτερικών να καταθέσει άμεσα τις επίσημες Κυβερνητικές Προτάσεις για την Διοικητική Μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση, λαμβάνοντας υπόψη τις επίσημες θέσεις των δύο βαθμών Αυτοδιοίκησης που εκφράζουν τις τοπικές κοινωνίες.
– Συστήνεται Κοινή Επιτροπή του Πρώτου και του Δεύτερου Βαθμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με αντικείμενο την επεξεργασία θέσεων για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση στην Τοπική Αυτοδιοίκηση
– Εξουσιοδότησαν τους δύο Προέδρους ΕΝΠΕ και ΚΕΔΕ για τη διεξαγωγή κοινού συνεδρίου με βασικό αντικείμενο την οριστικοποίηση των θέσεων της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Εισήγηση Προέδρου ΚΕΔΕ Γ. Πατούλη
Στην εισήγηση του ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ επισήμανε ότι η Αυτοδιοίκηση έχει «ιστορική ευθύνη» να δράσει ενωμένα και συντεταγμένα με στόχο να διεκδικήσει το αυτονόητο που είναι η δυνατότητα σε κάθε τόπο να αποφασίζει μόνος του, χωρίς κηδεμονίες, για το καλό των τοπικών κοινωνιών.
Σχετικά με το κείμενο των προτάσεων της Επιτροπής Διοικητικής Μεταρρύθμισης υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «δεν συνιστά κείμενο θέσεων που προωθούν μια ουσιαστική μεταρρύθμιση στη λειτουργία του Κράτους, αλλά ένα πολυσέλιδο, προχειρογραμμένο πόνημα, χωρίς ενιαία δομή και λόγο.
Επίσης ανέφερε πως το κείμενο δεν αποτυπώνει τις θέσεις της Κυβέρνησης, τις οποίες η Αυτοδιοίκηση εξακολουθεί να αγνοεί και πρόσθεσε πως δεν λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις της Κ.Ε.Δ.Ε., όπως αυτές τέθηκαν στο Υπουργείο μετά τα δύο συνέδρια σε Βόλο και Θεσσαλονίκη. Επιπλέον τόνισε πως δεν δίνεται απάντηση σε κανένα από τα μεγάλα προβλήματα που αφορούν τη λειτουργία των Δήμων, (π.χ φορολογική αποκέντρωση, καταστατική θέση των αιρετών, συνεργασία μεταξύ Πρώτου και Δεύτερου Βαθμού Αυτοδιοίκησης, νέα γενιά παρακρατηθέντων, μεταφορά αρμοδιοτήτων στην Τ.Α., απουσία προτάσεων για τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική οικονομία και κοινωνία, όπως ο ρόλος της Τ.Α. στον σχεδιασμό και την εφαρμογή της κοινωνικής και της μεταναστευτικής πολιτικής). Τέλος υπογράμμισε πως οι προτάσεις είναι απόσπασμα χωρίς στρατηγική συνοχή και καταδεικνύουν την αδυναμία όσων συνέταξαν το κείμενο, να παράγουν «νέα πολιτική».
Στην εισήγηση του ο Πρόεδρος της ΚΕΔΕ επισήμανε ότι η Αυτοδιοίκηση έχει «ιστορική ευθύνη» να δράσει ενωμένα και συντεταγμένα με στόχο να διεκδικήσει το αυτονόητο που είναι η δυνατότητα σε κάθε τόπο να αποφασίζει μόνος του, χωρίς κηδεμονίες, για το καλό των τοπικών κοινωνιών.
Σχετικά με το κείμενο των προτάσεων της Επιτροπής Διοικητικής Μεταρρύθμισης υπογράμμισε, μεταξύ άλλων, ότι «δεν συνιστά κείμενο θέσεων που προωθούν μια ουσιαστική μεταρρύθμιση στη λειτουργία του Κράτους, αλλά ένα πολυσέλιδο, προχειρογραμμένο πόνημα, χωρίς ενιαία δομή και λόγο.
Επίσης ανέφερε πως το κείμενο δεν αποτυπώνει τις θέσεις της Κυβέρνησης, τις οποίες η Αυτοδιοίκηση εξακολουθεί να αγνοεί και πρόσθεσε πως δεν λαμβάνονται υπόψη οι θέσεις της Κ.Ε.Δ.Ε., όπως αυτές τέθηκαν στο Υπουργείο μετά τα δύο συνέδρια σε Βόλο και Θεσσαλονίκη. Επιπλέον τόνισε πως δεν δίνεται απάντηση σε κανένα από τα μεγάλα προβλήματα που αφορούν τη λειτουργία των Δήμων, (π.χ φορολογική αποκέντρωση, καταστατική θέση των αιρετών, συνεργασία μεταξύ Πρώτου και Δεύτερου Βαθμού Αυτοδιοίκησης, νέα γενιά παρακρατηθέντων, μεταφορά αρμοδιοτήτων στην Τ.Α., απουσία προτάσεων για τα μείζονα ζητήματα που απασχολούν την ελληνική οικονομία και κοινωνία, όπως ο ρόλος της Τ.Α. στον σχεδιασμό και την εφαρμογή της κοινωνικής και της μεταναστευτικής πολιτικής). Τέλος υπογράμμισε πως οι προτάσεις είναι απόσπασμα χωρίς στρατηγική συνοχή και καταδεικνύουν την αδυναμία όσων συνέταξαν το κείμενο, να παράγουν «νέα πολιτική».