Αγιοκατάταξη του Οσίου Πατρός Χριστοφόρου «Παπουλάκου»

Μετ’ ιδιαιτέρας χαράς και ικανοποιήσεως αναγγέλλουμε στον Ιερό Κλήρο, τις Μοναστικές Αδελφότητες και το Χριστεπώνυμο Πλήρωμα της Ιεράς Μητροπόλεώς μας το χαρμόσυνο γεγονός της Αγιοκατατάξεως του Οσίου Πατρός ημών Χριστοφόρου (Παναγιωτοπούλου) του επονομαζόμενου «Παπουλάκου».

Η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Σεπτού Θρόνου του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου, υπό την Προεδρία της Αυτού Θειοτάτης Παναγιότητος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, κατά τη Συνεδρία της  29ης Αυγούστου 2024 αποφάσισε να κατατάξει στο Αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας τον Όσιο Χριστοφόρο (Παναγιωτόπουλο) τον «Παπουλάκο», κήρυκα του Θείου Λόγου και ιδρυτή της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου πλησίον του Άρμπουνα Καλαβρύτων, απ’ όπου έλκει την καταγωγή του.

Η μνήμη του θα τιμάται στις 18 Ιανουαρίου, ημέρα της οσιακής κοιμήσεώς του.

Την Αγιοκατάταξή του εισηγήθηκε αρχικώς, με την υπ’ αριθμ. πρωτ. 688/2.9.2022 επιστολή του προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο Σεπτός Ποιμενάρχης μας, Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Καλαβρύτων και Αιγιαλείας κ. Ιερώνυμος, αναφέροντας χαρακτηριστικά ότι «ὁ Παπουλάκος ὑπῆρξεν φωτεινόν μετέωρον τῆς Ὀρθοδοξίας, τό ὁποῖον μέ τήν ἁγνήν, ἁπλῆν καί πεφωτισμένην διδασκαλίαν του θά φωτίζῃ πάντοτε τάς μελλούσας καί ἐπερχομένας γενεάς εἰς τόν δρόμον τοῦ χριστιανικοῦ καθήκοντος. Ὑπῆρξεν αὐτόκλητος ἱεραπόστολος, ὁ ὁποῖος μέ τό ἔργον του ἀπετέλεσεν φωτεινόν παράδειγμα χριστιανικοῦ ἤθους καί παρέδωσε σπουδαίαν πνευματικήν κληρονομίαν εἰς τήν Ὀρθόδοξον κοινωνίαν. Ὑπῆρξεν εἰς τό ἔπακρον ἀνιδιοτελής, οὐδέποτε ἐφρόντισεν διά τόν ἑαυτόν του καί εἶχεν μόνην περιουσίαν του τό πτωχικόν καί τετριμμένον ράσον του, τό καλογερικόν σκουφάκι του, τό ταγαράκι του, ἵνα φέρῃ μαζί του τά διάφορα ἐκκλησιαστικά βιβλία του… Διά τοῦ ἁπλοῦ μέν, ἀλλά θεοπνεύστου καί μεστοῦ εἰς περιεχόμενον κηρύγματός του, ἐστήριξεν τήν πίστιν τῶν Χριστιανῶν, ἰδίως εἰς τήν Πελοπόννησον, ὅπου κυρίως ἔδρασεν, καί ὅπου ἀλλοῦ μετέβη. Διά τόν λόγον αὐτόν τήν μνήμην του εἰς τά μέρη αὐτά δέν τήν ἐκάλυψεν ἡ λήθη, πολλοί δέ ὀμνύουν εἰς τό ὄνομά του καί σήμερον, διότι τόν θεωροῦν Ἅγιον. Τό ὅλον ἔργον του θά παραμείνῃ ἀνεξίτηλον εἰς τήν Ἑλληνοχριστιανικήν Ἱστορίαν».

Η Συνοδική Επιτροπή Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων, μετά την υπ’ αριθμ. πρωτ. 429/15.2.2023 θετική εισήγηση του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Άρτης κ. Καλλινίκου, γνωμοδότησε θετικά με την υπ’ αριθ. πρωτ. Ν.Κ. 533/4.5.2023 Εισήγησή της προς την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος για την ικανοποίηση του αιτήματος του Σεπτού Ποιμενάρχου μας «διά τήν ἀναγραφήν εἰς τάς Ἁγιολογικάς Δέλτους τῆς Ἐκκλησίας τοῦ μοναχοῦ Χριστοφόρου Παπουλάκου».

Η Διαρκής Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος, κατά τη Συνεδρία της 11ης Μαΐου 2023, υπό την προεδρία του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου, «ἀπεφάσισεν ὅπως διενεργηθῶσι τά δέοντα κατά τήν ἐκκλησιαστικήν τάξιν διά τήν ἀναγραφήν ἐν ταῖς Ἁγιολογικαῖς Δέλτοις τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Μοναχοῦ Χριστοφόρου (Παναγιωτοπούλου), τοῦ ἐπικαλουμένου «Παπουλάκου», ἅτε πανθομολογουμένης τῆς ἁγιότητος καί τοῦ ὀρθοδόξου βίου αὐτοῦ ὑπό τοῦ χριστεπωνύμου πληρώματος τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Καλαβρύτων καί Αἰγιαλείας». Εν συνεχεία, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος απέστειλε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο τον σχετικό φάκελο, συνοδευόμενο με την υπ’ αριθ. πρωτ. 4121/12.5.2023 σχετική επιστολή του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου.

Στο Οικουμενικό Πατριαρχείο το θέμα διερευνήθη διεξοδικώς από τα Μέλη της αρμόδιας Κανονικής Επιτροπής, υπό την Προεδρία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνος. Η θετική Εισήγηση της Επιτροπής προς την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού μας Πατριαρχείου είχε ως αποτέλεσμα την Αγιοκατάταξη του «Παπουλάκου».

Ο Σεβασμιώτατος Ποιμενάρχης μας κ. Ιερώνυμος εξ ονόματος του Ιερού Κλήρου και του Ευσεβούς μας Λαού εκφράζει τις εγκάρδιες ευχαριστίες του προς όλους όσοι συνήργησαν και συνέβαλαν ποικιλοτρόπως, ώστε ο «Παπουλάκος» να αναγραφεί στις Δέλτους των Αγίων της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Ειδικότερα, εκφράζει ολόθυμες ευχαριστίες προς τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμο και τα περί Αυτόν Μέλη της Διαρκούς Ιεράς Συνόδου, τον Πρόεδρο της Συνοδικής Επιτροπής Δογματικών και Νομοκανονικών Ζητημάτων Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνό, και τα Μέλη αυτής, ήτοι τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγο, Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο και Κηφισίας, Αμαρουσίου, Ωρωπού και Μαραθώνος κ. Κύριλλο και τους Ελλογιμωτάτους Καθηγητές κ. Βλάσιο Φειδά και κ. Γεώργιο Ανδρουτσόπουλο, τον Γραμματέα της Επιτροπής Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη π. Φιλόθεο Κολλιόπουλο και τον Εισηγητή Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Άρτης κ. Καλλίνικο. Ευγνώμονες ευχαριστίες εκφράζει, επίσης, προς τον Πρόεδρο της Κανονικής Επιτροπής του Οικουμενικού Πατριαρχείου Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Φιλαδελφείας κ. Μελίτωνα και τα Μέλη αυτής, ήτοι τους Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτες Καλλιουπόλεως και Μαδύτου κ. Στέφανο, Σμύρνης κ. Βαρθολομαίο, Αυστραλίας κ. Μακάριο, τον Μέγα Πρωτοσύγκελλο του Οικουμενικού Θρόνου  Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη κ. Γρηγόριο Φραγκάκη και τον Μέγα Εκκλησιάρχη Πανοσιολογιώτατο Αρχιμανδρίτη κ. Αέτιο. Ιδιαιτέρως δε, οφειλετικώς και χρεωστικώς ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης μας κ. Ιερώνυμος ευχαριστεί ολοθύμως την Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα τον Αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως και Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαίο και τα Σεπτά Μέλη της περί Αυτόν Αγίας και Ιεράς Συνόδου.

 

 

Σύντομο Βιογραφικό του Οσίου  Χριστοφόρου Παναγιωτοπούλου του «Παπουλάκου»

 

Ο Όσιος Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος γεννήθηκε το 1770 στο χωριό Άρμπουνας της Επαρχίας Καλαβρύτων του Νομού Αχαΐας και αρχικά εργαζόταν ως κρεοπώλης. Όταν πήρε την απόφαση να ακολουθήσει τον μοναχικό βίο, αρχικά μόνασε στη Μονή του Μεγάλου Σπηλαίου, ενώ αργότερα ασκήτεψε σε καλύβι κοντά στο χωριό του. Έμεινε στην απομόνωση για περίπου 20 χρόνια, κατά τη διάρκεια των οποίων έμαθε γραφή και ανάγνωση. Σε ηλικία 80 ετών πήρε την απόφαση να κηρύξει. Η φήμη του διαδόθηκε γρήγορα, αφού είχε τον δικό του μοναδικό τρόπο να συνεπαίρνει το κοινό. Κυρίως κήρυττε εναντίον της μοιχείας και της κλοπής και υπέρ της προσευχής. Μέσα από τα κηρύγματά του καυτηρίαζε την πολιτική της Βαυαρικής διακυβέρνησης στη χώρα και τη συγκατάβαση σε αυτήν της Συνόδου της Εκκλησίας. Παραπέμφθηκε ενώπιον του Επισκόπου Καλαβρύτων, ο οποίος τον επέπληξε και του ζήτησε να περιορίσει τα κηρύγματά του.

Έξι μήνες αργότερα ο «Παπουλάκος» ξεκίνησε περιοδεία στη νότια Πελοπόννησο, συγκεντρώνοντας χιλιάδες κόσμο στο πέρασμά του. Ύστερα από πιέσεις, ο Βασιλιάς Όθων υπέγραψε διάταγμα για τον περιορισμό του «Παπουλάκου» σε μοναστήρι. Ο «Παπουλάκος» κατέφυγε στη Μάνη για να σωθεί. Η αντίδραση της κυβέρνησης ήταν να στείλει άμεσα τον Στρατηγό Γενναίο Κολοκοτρώνη με επιτελείο αξιωματικών για να οργανώσει τη σύλληψή του. Ο στρατός έφτασε τη νύχτα, αλλά το πρωί βρέθηκε περικυκλωμένος από 2.000 Μανιάτες. Ακολούθησε εξέγερση των Μανιατών, ενώ σε πολλές περιπτώσεις ο στρατός έδινε μάχη σώμα με σώμα με τους υποστηρικτές του «Παπουλάκου». Τελικά στις 21 Ιουνίου 1852 συνελήφθη από τον στρατό, ύστερα από προδοσία, και μεταφέρθηκε στις φυλακές του Ρίου, όπου έμεινε δύο χρόνια στην απομόνωση. Επρόκειτο να δικαστεί από το κακουργιοδικείο Αθηνών ως στασιαστής, αλλά τα γεγονότα του Κριμαϊκού πολέμου υποχρέωσαν τον Όθωνα να του δώσει αμνηστία. Το 1854 εξορίστηκε στη Μονή Παναχράντου της Άνδρου, όπου κατά τη διάρκεια της παραμονής του, δεχόταν πλήθος επισκεπτών.

Ο «Παπουλάκος» Χριστοφόρος Παναγιωτόπουλος εκοιμήθη εν Κυρίω στις 18 Ιανουαρίου 1861, σε ηλικία 91 ετών και ετάφη στην Ιερά Μονή Παναχράντου Άνδρου.

      Εκ του Γραφείου Τύπου της Ιεράς Μητροπόλεως