Ο αντίκτυπος της υπερβολικής κατανάλωσης αλκοόλ στην υγεία, ιδίως στο συκώτι, είναι γνωστός και τεκμηριώνεται από δεκάδες επιστημονικές μελέτες.
Μεταξύ άλλων, τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα δείχνουν ότι όσοι πίνουν πολύ διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εκδηλώσουν παθήσεις στο συκώτι (όπως ο καρκίνος και η κίρρωση), να χάσουν πρόωρα τη ζωή τους, να παρατηρήσουν μεγάλη αύξηση στο βάρος τους ή να εμφανίσουν υπέρταση.
Τώρα, μια νέα επιστημονική μελέτη έρχεται να επισημάνει τις σοβαρές συνέπειες του αλκοόλ σε ποικίλες πτυχές της υγείας λόγω της επίδρασή του στα βακτήρια της.
Αλκοόλ & μικροβίωμα
Η επιστημονική γνώση παρουσιάζει ακόμη πολλά κενά όσον αφορά το μικροβίωμα, δηλαδή το σύνολο των μικροοργανισμών που «φιλοξενεί» το ανθρώπινο σώμα. Ωστόσο, αυτό που γίνεται ολοένα και πιο σαφές είναι ότι ο τρόπος ζωής μας, από τις τροφές που καταναλώνουμε μέχρι τα φάρμακα που παίρνουμε, επηρεάζουν αυτές τις μικροβιακές κοινότητες.
Συγκεκριμένα, όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, το αλκοόλ επηρεάζει κάποια από τα περίπου 700 είδη βακτηρίων που ζουν φυσιολογικά στη στοματική κοιλότητα. Η υπερβολική δε κατανάλωση αλκοόλ ευνοεί την ανάπτυξη βακτηρίων που συμβάλλουν στην εκδήλωση ορισμένων μορφών καρκίνου, παθήσεων των ούλων (όπως η περιοδοντίτιδα) και καρδιοπάθειας, ενώ ταυτόχρονα καταστέλλει χρήσιμα βακτήρια που μας προστατεύουν από λοιμώξεις.
Παλαιότερες έρευνες είχαν δείξει αντίστοιχες επιδράσεις του αλκοόλ σε πειραματόζωα, όμως η νέα μελέτη είναι μία από τις πρώτες που τεκμηριώνει αυτούς τους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία.
«Γνωρίζουμε ότι το αλκοόλ αποτελεί παράγοντα κινδύνου για πολλές ασθένειες» αναφέρει η επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, Τζιγιούνγκ Αν, επιδημιολόγος στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης. «Τώρα έχουμε μια άλλη επιστημονική θεωρία, ή αιτιολόγηση, ως προς το γιατί δεν πρέπει να καταναλώνουμε αλκοόλ σε μεγάλες ποσότητες: Η υπερβολική κατανάλωση θα πρέπει να αποφεύγεται με σκοπό να διατηρηθεί η υγεία του μικροβιώματος» προσθέτει η Αν.
Στο πλαίσιο της μελέτης τους, οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία που αφορούσαν 1.044 ενήλικες: 270 άτομα που δεν έπιναν ποτέ αλκοόλ, 614 που έκαναν μέτρια κατανάλωση αλκοόλ (μέχρι ένα ποτό την ημέρα για τις γυναίκες και μέχρι δύο ποτά την ημέρα για τους άντρες) και 160 άτομα που έπιναν πολύ αλκοόλ (πάνω από ένα ποτό την ημέρα για τις γυναίκες και πάνω από δύο ποτά την ημέρα για τους άντρες). Οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε γενετική ανάλυση βάσει δείγματος σάλιου που χορήγησαν και επίσης συμπλήρωσαν αναλυτικά ερωτηματολόγια σχετικά με την υγεία και τις καθημερινές τους συνήθειες.
Έπειτα από ανάλυση (αλληλούχιση) των δειγμάτων, οι ερευνητές παρατήρησαν αξιοσημείωτες διαφορές μεταξύ των συμμετεχόντων που έπιναν και όσων δεν έπιναν αλκοόλ. Στους πότες εντοπίστηκαν υψηλά επίπεδα τριών βακτηριακών στελεχών που συνδέονται με καρκίνους της κεφαλής, του τραχήλου, του οισοφάγου και του παγκρέατος, με τις παθήσεις των ούλων, αλλά και με την καρδιοπάθεια. Ταυτόχρονα, εντοπίστηκαν χαμηλά επίπεδα ενός τύπου βακτηρίων που προστατεύουν τον οργανισμό από παθογόνα μικρόβια.
Μάλιστα, όπως επισημαίνει η Αν, όσο περισσότερο έπινε κανείς τόσο ισχυρότερες ήταν οι αρνητικές επιδράσεις που παρατηρήθηκαν. Όπως εκτιμά η ερευνήτρια, οι διαφορές οφείλονται πιθανότατα στην αλληλεπίδραση των βακτηρίων του στόματος με συστατικά που απελευθερώνει το αλκοόλ όταν μεταβολίζεται.
Έτσι, οι ερευνητές συνιστούν τόσο οι άντρες όσο και οι γυναίκες να τηρούν αυστηρά τη σύσταση για κατανάλωση αλκοόλ με μέτρο, που, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αντιστοιχεί σε δύο ποτά το πολύ για τους πρώτους και ένα ποτό για τις δεύτερες σε ημερήσια βάση.
Πηγή: onmed.gr