Δεν απόκαμες Χριστές μου, κάθε χρόνο
να κατεβαίνεις στη γη να σπαργανωθείς
μέσα σε τόσο ψύχος που νέκρωσε τις ψυχές μας;
Πού θα νηπιάσεις, ΄Ασπορε Τόκε,
αφού δεν υπάρχει κατάλυμα για Σένα
μήτε Σπήλαιο, Σταύλος, Φάτνη και βόδια;
Πού να βρεθούν αγραυλούντες ποιμένες
και πούναι οι Μάγοι, χαμένοι
μέσα στο ζόφο των πυρηνικών εκτοξεύσεων;
Πώς νάρθουμε στη Βηθλεέμ να προσκυνήσουμε
χωρίς το φως του Ουρανοδρόμου Αστέρα,
που τόπνιξαν οι εκλάμψεις των πυραύλων;
Καψαλισμένα περιστέρια οι καρδιές μας
πού νάβρουνε φτερούγες ανατάσεων
για να πετάξουν προς τις Κορφές;
Πώς να ξορκίσουνε τα φαντάσματα του μίσους
που μόλυναν τ’ άσπρα φτερά των αγγέλων
κι έκαμαν κόλαση τη νύχτα της Σπαργάνωσής Σου;
Μ’ άστρα πόσβησαν σε σκοτεινές στράτες
τι αποζητάς Χριστέ μου, αυτή την ΄Αγια Νύχτα
σε τούτη την επίγεια Βαβυλωνία της βακχείας;
Του Αιγιώτη ΓΙΑΝΝΗ ΑΝΔΡΙΚΟΠΟΥΛΟΥ
Λογοτέχνη, Ποιητή, Δημοσιογράφου
Από την έντυπη έκδοση “ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ”