Γιώργος Τζεραβίνης: “Ο Έλληνας Φιλόσοφος Σωκράτης – Ο Θεάνθρωπος Ιησούς Χριστός: ΕΠΙΚΕΝΤΡΟ ΚΑΙ ΤΩΝ ΔΥΟ Ο “ΑΝΘΡΩΠΟΣ”!

Στις ταραγµένες εποχές που δίδαξαν µια φιλοσοφία ο Σωκράτης και µια θρησκεία ο Χριστός, είχαν και οι δύο ως επίκεντρό τους τον άνθρωπο. Ο Σωκράτης έζησε και δίδαξε στην πιο αβέβαιη εποχή της Ελληνικής Αρχαιότητας, στη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέµου και λίγο µετά το τέλος του. Η φιλοσοφία που επικρατούσε περισότερο εκείνο τον καιρό ήταν η διδασκαλία των σοφιστών, σύµφωνα µε την οποία επιτυχία στη ζωή ήταν η απόκτηση πλούτου, δόξας και πολιτικής δύναµης.

Αλήθεια θεωρούνταν η υποκειµενική κρίση κάθε ανθρώπου και το δίκαιο ισοδυναµούσε µε το συµφέρον του ισχυρότερου.

Ο Χριστός πέρασε από τη γη σε µια εποχή εξίσου σκοτεινή. Οι λαοί, µαζί και ο Ιουδαϊκός ήταν θεωρητικά ενωµένοι κάτω από το σκήπτρο της Ρωµαϊκής Αυτοκρατορίας που είχε αρχίσει να βαδίζει προς την παρακαµή.

Toυ ΓΙΩΡΓΟΥ ΤΖΕΡΑΒΙΝΗ
Καθηγητή – Από τη στήλη “Επίκαιροι Σχολιασμοί” στον “ΤΥΠΟ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ”

Στην πραγµατικότητα όµως, το πνευµατικό και ψυχικό χάος και το κενό που χώριζε τους ανθρώπους της εποχής ήταν τεράστιο και αγεφύρωταο. Τέσσερις αιώνες πριν το Χριστό, ο Σωκράτης παραµερίζοντας την υλιστική υποκειµενική θεωρία των σοφιστών ανακάλυπτε και τόνιζε την αξία της ψυχής. Αδιαφορώντας ο ίδιος για τα υλικά αγαθά της ζωής, έδειχνε και µε το παράδειγµά του ότι µόνο τα πνευµατικά και ηθικά αγαθά αξίζουν. Ντυµένος µε το ίδιο ρούχο χειµώνα – καλοκαίρι, ανυπόδητος, συγκέντρωνε γύρω του ένα πλήθος ανθρώπων στην αγορά και στο γυµναστήριο της Αθήνας. 

Το ίδιο λιτός και απλός και ο Ιησούς ακολουθούνταν από ένα παρόµοιο πλήθος και από τους µαθητές του, στις µακρινές πολιτείες που άκουγαν τη Θεϊκή Του διδασκαλία και παρακολουθούσαν τα θαύµατά Του.

Ο Σωκράτης δεν ήταν ούτε προφήτης, ούτε ιδρυτής νέας Θρησκείας, όπως πολλοί τον κατηγόρησαν. Ο τρόπος που αναπτύσσει τις σκέψεις του είναι ο διάλογος: Αρχίζοντας προσποιείται ότι δεν ξέρει τίποτα, ότι αγνοεί την αλήθεια και ότι το µόνο που ξέρει και αυτό είναι το πιο σπουδαίο είναι η άγνοιά του.

Συνεχίζοντας, ζητά να µάθει την αλήθεια από τους ακροατές και τελικά τους αναγκάζει να ονοµολογήσουν το λάθος τους και να παραδεχτούν ότι δεν είχαν συνειδητοποιήσει πολλά πράγµατα, που µπορεί να τους ήταν γνωστά.

Ο Χριστός γοήτευε τα πλήθη µε ένα δικό του παρηγορητικό κάπως τρόπο, λέγοντας τις παραβολές και αναπτύσσοντας τη διδασκαλία του, που µπορεί να συνοψιστεί σε µια φράση «Αγαπάτε Αλλήλους».

Ο Σωκράτης παραδεχόταν και δίδασκε ότι ο κόσµος κυβερνάται από µια ανώτατη πνευµατική δύναµη, που έχει σαν κύριο χαρακτηριστικό της, τη δικαιοσύνη, την αρµονική σύνθεση όλων των αρετών. Η ηθική αυτή δύναµη, το δαιµόνιο, όπως έλεγε, τον απέτρεπε από διάφορες πράξεις.

Ο Χριστός κήρυττε την Βασιλεία του Θεού που γρήγορα θα ερχόταν στη γη. Επέµενε ιδιαίτερα στο θέµα της αγάπης και υποσχόταν ότι όλοι οι ταπεινοί, οι φτωχοί, οι απλόκληροι, οι καταπιεζόµενοι από τυρρανίες θα βρουν παρηγοριά και χαρά µε την αποκατάσταση της δικαιοσύνης.

 Ο Σωκράτης πίστευε και διακήρυττε την ύπαρξη µιας ανώτερης πνευµατικής δύναµης (Θεού).

Ο Χριστός κήρυξε ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ίσοι, καταργώντας έτσι, τις διακρίσεις του Έθνους, της καταγωγής, του πλούτου, της φυλής και του φύλου.

Ο Σωκράτης υπέδειξε τη γνώση κι ο Χριστός την πίστη, για να φτάσουµε στην ηθική τελείωση.

Ο Χριστός έρχεται σε άλλη εποχή, ανάµεσα σ’ άλλο λαό, για να αποκαλύψει την αλήθεια στο πρόσωπό Του και να δείξει το δύσκολο και ανηφορικό δρόµο που οδηγεί σ’ αυτήν. Ο Σωκράτης ανακάλυψε και τόνισε την αξία της ψυχής, παραδεχόµενος την αθανασία της.

Ο Χριστός δίδαξε τον τρόπο σωτηρίας της ψυχής και προσέφερε µε πρότυπο τη ζωή Του, τον τέλειο ηθικό νόµο, που αν ο άνθρωπος εφαρµόσει, χρησιµοποιώντας το λογικό και την ελεύθερη βούλησή του θα φτάσει στην τελειότητα. Η φιλοσοφία του Σωκράτη επαναστατική για την εποχή του, παρεξηγήθηκε και καταγγέλθηκε από πολλούς και απέκτησε σφοδρούς εχθρούς. Ο ίδιος οδηγήθηκε στο δικαστήριο µε κατήγορο τον παλιό του µαθητή Άνυτο µε την κατηγορία ότι «αδικεί καινά δαιµόνια εισφέρων» και τους «νέους διαφθείρων».

Η διδασκαλία του Χριστού για την ισότητα των ανθρώπων κρίθηκε σαν επικίνδυνη από τους Ιουδαίους αρχιερείς. Οι Ρωµαίοι κατακτητές θορυβήθηκαν ακούγοντας την προφητεία για το Μεσσία και το µελλοντικό Βασιλιά, των Ιουδαίων και συνέλαβαν το Χριστό µετά από την προδοσία του µαθητή Του Ιούδα.

Και οι δύο, λοιπόν, διώχτηκαν και θανατώθηκαν για τις νεωτεριστικές τους ιδέες, γιατί αµφισβήτησαν τα “κακώς κείµενα” της εποχής τους και γιατί προσπάθησαν να βάλουν σε µια πιο ανθρώπινη και δίκαιη βάση τα πράγµατα για το καλό της ανθρωπότητας.

Και οι δύο όµως, άνθρωπος και Θεάνθρωπος αντιµετώπισαν τους κατηγόρους τους µε αταραξία και αξιοπρέπεια.

Σωκράτης, ποτέ δε φοβήθηκε την ιδέα του θανάτου, ούτε σκέφτηκε να απαρνηθεί τις ιδεές του. Αντίθετα µε το θάνατό του επιβεβαίωσε έµπρακτα αυτό που πίστευε.

Ο Χριστός έστω και αν για κάποια στιγµή δείλιασε («απελθέτω απ’ εµού το ποτήριον τούτο»), γνώριζε ότι αυτός ήταν ο προορισµός του στη γη. Ο Θάνατός Του επισφράγισε την αξία της Θείας διδασκαλίας Του. Ο Σωκράτης αποκλήθηκε προαπόστολος, πρόδροµος του Χριστού και από τον Έρασµο «άγιος» γιατί τέσσερις αιώνες περίπου πριν είχε συλλάβει την έννοια ενός Θεού.

Του Χριστού αµφισβητήθηκε η Θεία φύση. Όµως η επίδραση της διδασκαλίας Του στις µετέπειτα παγκόσµιες εξελίξεις ήταν τεράστια. Η επίδραση της Ελληνικής φιλοσοφίας, όπως διαµορφώθηκε από το Σωκράτη και η επίδραση της διδασκαλίας του Χριστού στη ζωή και τον πολιτισµό της ανθρωπότητας θα συνεχιστεί για πολλούς ίσως αιώνες ζωηρή και σηµαντική.