Άρθρο της κ. Παναγιώτας Χριστοπούλου, Συμβούλου της Δ.Κ. Αιγίου και Μεταπτυχιακής Φοιτήτριας στην ‘Ενέργεια: Στρατηγική, Δίκαιο και Οικονομία’
Η μετάβαση της Ελλάδας σε καθαρές μορφές ενέργειας αποτυπώνεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) που δημοσιεύθηκε το 2019 με την υπ’ αριθμ. 4/23.12.2019 Απόφαση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Οικονομικής Πολιτικής. Τα θέματα χωροθέτησης κρίνονται σημαντικά κατά τηδιαδικασία αδειοδότησης των έργων ΑΠΕ (Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας). Ωστόσο, σε αυτά πρέπει να λαμβάνονται υπόψη κοινωνικές, οικονομικές, πολιτιστικές και περιβαλλοντικές παράμετροι. Ειδικότερα, η ανάγκη για στροφή στην αιολική ενέργεια, ως μία από τις βασικές ανανεώσιμες πηγές, γίνεται ολοένα και πιο μεγάλη, καθώς οι συμβατικές μορφές ενέργειας αρχίζουν και επιβαρύνουν ολοένα και περισσότερο το περιβάλλον.
Τον τελευταίο καιρό συζητείται δημόσια η εγκατάσταση ενός αριθμού άνω τωνπενήντα (50) ανεμογεννητριών στον Πατραϊκό Κόλπο. Αυτές πρόκειται να είναι συνολικής ισχύος 695 MW, τοποθετημένες πολύ κοντά στην ακτογραμμή, δηλαδή σε κατοικημένες περιοχές και παραλίες κολύμβησης.
Το υπό μελέτη έργο της δημιουργίας του αιολικού πάρκου στον Πατραϊκό θα γειτνιάζει με χερσαίες περιοχές Natura και ενδεχομένως να υπερκαλύπτει ένα μέρος του Κορινθιακού που έχει ενταχθεί ήδη στις προστατευόμενες περιοχές Natura. Σαφώς η δυνατότητα πρόσβασης στην ηλεκτρική ενέργεια αποτελεί καθολικό δικαίωμα των πολιτών, με γνώμονα και την καταπολέμηση φαινομένων ενεργειακής φτώχειας. Πράγματι, η παραπάνω δυνατότητα εγκατάστασης αιολικού πάρκου μπορεί να ενισχυθεί με καθοδήγηση από την κεντρική διοίκηση και αναγκαίες επενδύσεις στον ηλεκτρικό χώρο. Παρόλα αυτά, οι επενδύσεις οφείλουν να έχουν ως άξονα τις ανάγκες της κοινωνίας και του οικοσυστήματος. Συγκεκριμένα πρέπει να πραγματοποιείται χωροταξικός σχεδιασμός. Ο σχεδιασμός και οι αντίστοιχες μελέτες (μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων) οφείλουν να ‘’αγκαλιάζουν’’ τους στόχους της ενεργειακής ασφάλειας και των τοπικών αναγκών προκειμένου η ενεργειακή μετάβαση να οργανωθεί μαζί με την κοινωνία και όχι με την κοινωνία απέναντι.
Ο αντίκτυπος της τεχνολογίας των αιολικών πάρκων στο οικοσύστημα πρέπει να ληφθεί υπόψη. Συνεπώς οι αρμόδιοι που χαράσσουν πολιτικές ανάπτυξης και καθαρής και βιώσιμης ενέργειας οφείλουν να ενεργούν βάσει αρχών περιβαλλοντικής παιδείας και συνείδησης. Διαφορετικά επενδύσεις και παρεμβάσεις στην φύση που στερούνται περιβαλλοντικής παιδείας και συνείδησης ενδέχεται να οδηγήσουν σε καταστροφικές συνέπειες στο τοπικό οικοσύστημα και σε απειλή εξαφάνισης των τοπικών ενδιαιτημάτων. Για παράδειγμα σύμφωνα με επιστημονικές μελέτες, τα αιολικά πάρκα μειώνουν την αφθονία και τη δραστηριότητα των αρπακτικών πτηνών προκαλώντας αλλαγές στην ισορροπία της ζωικής αλυσίδας.
Συμπερασματικά, τα αιολικά πάρκα συνεισφέρουν στην παραγωγή ανανεώσιμης ενέργειας. Από την άλλη πλευρά, όμως, προκαλούν δυσμενείς περιβαλλοντικές επιπτώσεις. Η πράσινη ενέργεια είναι αναγκαίο να αναλύεται στη βάση στοιχείων από Μελέτες Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων διαφορετικά έρχεται σε σύγκρουση με τη κοινωνική δικαιοσύνη και τη περιβαλλοντική βιωσιμότητα και αειφορία. Οι αιολικές εγκαταστάσεις απαιτούν μεγαλύτερες εκτάσεις γης σε σχέση με άλλες ενεργειακές τεχνολογίες όπως για παράδειγμα τα φωτοβολταικά. Η κατασκευή και η λειτουργία ενός θαλάσσιου αιολικού πάρκου μπορεί να επηρεάσει δυσμενώς το περιβάλλον με ποικίλους τρόπους ξεκινώντας από το θαλάσσιο περιβάλλον και ότι άλλο ανήκει σε αυτό.
Είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό ότι οποιαδήποτε παρέμβαση ή θεσμική μεταρρύθμιση δεν μπορεί να γίνει ερήμην της κοινωνίας.