Με την αρρώστια σφραγίσαμε τη χρονιά που πέρασε, με την αρρώστια αποσφραγίζουμε τη χρονιά που ξημέρωσε. Κάνε κι αλλιώς! Δυστυχώς, ζούμε “ημέρες Πομπηίας”, και είδαμε, βλέπουμε και θα δούμε πολλά. Πολλά και βασανιστικά. Σε τούτο το κείμενο, όμως, θέλω να φωτίσω μια συγκεκριμένη γωνία. Λοιπόν, αναμφίβολα, τούτη που διανύουμε είναι μια χολεριασμένη εποχή, λόγω πανδημίας.
Εξ αυτού του λόγου, όμως, είναι και μια ιστορική εποχή. Διότι όλες οι εποχές που φιλοξένησαν πανδημίες, άφησαν ανεξίτηλη τη σφραγίδα τους στο διάβα του χρόνου και στις σελίδες των αναγνωσμάτων. Το ίδιο θα γίνει και τώρα. Όταν κάποτε λήξει τούτο το κακό, και η ανθρωπότης ξαναβρεί τις ισορροπίες της, θα ειπωθούν πολλά, θα γραφούν πολλά. Τόμοι επί τόμων. Τότε, ξεπερνώντας το εφήμερον της σημερινής αναίδειας (με τις θεωρίες συνωμοσίας, τις θρησκοληψίες και τα συναφή), και ο Λόγος θα πάρει εκδίκηση και η Ιστορία θα βρει δικαίωση. Γιατί το επώδυνον παρόν, καθώς θα ακτινοσκοπηθεί ως παρελθόν, για τη συναγωγή συμπερασμάτων και την ενίσχυση της ιστορικής συνείδησης ατόμων και κοινοτήτων, θα παραγάγει μέγα πλήθος αναλύσεων, μελετών, στατιστικών στοιχείων, ακραίων ανθρώπινων δραμάτων, έντυπων και ηλεκτρονικών επιφυλλίδων, κινηματογραφικών και θεατρικών σεναρίων, μυθιστορηματικών εμπνεύσεων, πτυχιακών – μεταπτυχιακών – και διδακτορικών διατριβών.
Έτσι, μετά μισόν αιώνα και βάλε, οπότε θα αρχίσει να γίνεται η μετάβαση από το εμπειρικό πάθος και την καυτή μνήμη στην ομιλούσα Ιστορία, οι σημερινοί δεκαπεντάρηδες (είναι πάνω – κάτω η ηλικία που τα βιώματα, πέραν του συναισθήματος, προσλαμβάνονται με την υποστήριξη και της λειτουργίας της κρίσεως) και οι εικοσάρηδες και οι τριαντάρηδες θα έχουν τη δική τους δεξαμενή αναμνήσεων, για να γράψουν, να καταθέσουν ατομικές μαρτυρίες, να δημοσιεύσουν ντοκουμέντα, να εμπλουτίσουν τον σχετικό διάλογο, να ανακαλέσουν παραστάσεις, να επεξεργαστούν γεγονότα, να ξανασυγκινηθούν και να συγκινήσουν. Αρκεί να έχουν το ενδιαφέρον, το μεράκι, την καλλιέργεια, τον συγγραφικό εξοπλισμό και το χάρισμα να μεταφέρουν την εποχή μας (την εποχή του Covid 19) στις “γειτονιές” του 2070 και του 2080 και του 2090 ή του 2100. Αυτά, όσον αφορά τους κατέχοντες τη νεότητα, δηλ. όσους έχουν το μέλλον μπροστά τους.
Όμως, το δικό μου παράπονο είναι ότι “εμείς οι μεγαλύτεροι, οι προβεβηκότες τη ηλικία, οι “αθάνατοι” του εγγύς μέλλοντος, ή, έστω, και όσοι θα τύχουν μικρής παρατάσεως, δεν θα έχουμε αυτήν την πολυτέλεια. Δεν θα έχουμε το προνόμιο να ατενίσουμε από μακριά τα νυν τρέχοντα πάθη μας και από απόσταση πια να τα αναδιοργανώσουμε στη σκέψη μας, να τα εξορθολογίσουμε και να τα μετασχηματίσουμε σε ιστορική ύλη, σε αρθρογραφία, σε ημερολόγια μνήμης.
Είμαστε καταδικασμένοι να μετακομίσουμε (σε μήνες; Σε ένα, σε πέντε, σε οχτώ, σε δέκα χρόνια;) με νωπή τη γεύση μιας κατάστασης που ξερνάει θανατικό, δηλητήριο, κοινωνική απομόνωση, δολοφονική εσωστρέφεια, ψυχοσωματικά προβλήματα, παράλογες ομαδικές αντιδράσεις και υστερικά παραληρήματα. Διότι, πράγματι, συμβαίνουν γύρω μας σκηνές, που μέχρι πρότινος λέγαμε κατηγορηματικά “αυτά δε γίνονται”. Αλλά σήμερα γίνονται.
Για του λόγου το ακριβές, στο μεσονύχτι της Πρωτοχρονιάς – ξαφνικά κι απρόσμενα – “μας την έκανε” ο φίλος μου, ο Γιώργος. “Παιδί” μάλαμα. Ταπεινός, εντελώς αληθινός, ακραία φιλότιμος, εργατικός, έντιμος, δημιουργικός και τελείως αθόρυβος. Έτσι αθόρυβα κι έφυγε. Έπεσε για ύπνο και δεν ξανασηκώθηκε. Καλό παράδεισο, καλέ μου φίλε! Ωστόσο, τώρα που γράφω, έχουν περάσει πέντε ολόκληρα εικοσιτετράωρα, και (μολονότι το περιστατικό δεν έχει σχέση με τον ιό) το “πρωτόκολλο πανδημίας” – πανάθεμά το! – δεν επιτρέπει ούτε στον νεκρό να μπει στο νεότευκτο κονάκι του, ούτε στα παιδιά του να πραγματώσουν, εν οδύνη και εν ειρήνη, την ταφική τους υποχρέωση. Τελικά, την έκτη ημέρα εδέησε, και ο πεφιλημένος πήρε το αιώνιο σχήμα του.
Απελπισία! Απελπισία! Ζούμε ημέρες Πομπηίας!
Από την έντυπη έκδοση “ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ” 13/1/2022