Από τον Πολιτιστικό Σύλλογο «Αναγέννησις» Ακράτας
Μη φοβάσαι, Ελλάδα!
Το να αναμετριέται κανείς με τη συλλογική μνήμη δεν είναι εύκολη υπόθεση. Το να παλεύει με τα ατομικά του αδιέξοδα και τα ψυχικά του τραύματα, επίσης. Δυο αδέλφια επί σκηνής, ο Σπύρος και η Μαρία, σε ένα κείμενο πρόκληση του Διονύση Χαριτόπουλου, τα «Αυγά Μαύρα», φαίνεται να προσπαθούν χρόνια τώρα να μπαλώσουν το σκισμένο σεντόνι της μνήμης. Η εμβληματική φιγούρα του αντάρτη πατέρα τους σαν βαρύς ίσκιος ποτίζει τον ιστορικό χωροχρόνο των δύο ηρώων. Η σύγχρονη ιστορία της νεότερης Ελλάδας με τον Εμφύλιο, την πείνα, τις κακουχίες, το ανθρωποκυνηγητό, τη σφαγή ανθρώπων, την ερήμωση της υπαίθρου, τη ζωή στην απρόσωπη πόλη, ζωντανεύει μέσα απ’ τους διαλόγους χωρίς φτιασίδια και μεγαλοστομίες. Ένα κείμενο λιτό και ουσιαστικό με πολλές αναγνώσεις για το σήμερα: πείνα, προσφυγιά, κοινωνικές φοβίες, πολιτικές πολώσεις που ενίοτε φουντώνουν και άλλοτε ησυχάζουν, διαταραγμένος ψυχισμός, θολός εσωτερικός κόσμος και μοναξιά.
Μια καλοστημένη παράσταση, η δεύτερη μέσα στο 2016, από τη θεατρική ομάδα του πολιτιστικού Συλλόγου «Αναγέννησις» που κέρδισε τους θεατές. Ο Παναγιώτης Μαρίνος κατόρθωσε να καθοδηγήσει με σύνεση τους ηθοποιούς κατευθείαν στην ουσία του έργου και να «περάσει στο κοινό» τη ζώσα μαρτυρία χωρίς σκηνοθετικές εξάρσεις. Πόνταρε στο συναισθηματικό φορτίο, βαρύ σαν το ασήκωτο κατοχικό παλτό των πρωταγωνιστών και πέτυχε. Ο Νίκος Γραβάνης συγκινητικά αληθινός, η Κατερίνα Μέτσιου τρυφερή, εύθραυστη και ρεαλιστική συνάμα. Δυο ερασιτέχνες με ψυχή απέδωσαν τα δύο τραγικά πρόσωπα του έργου πολύ πειστικά. Αυτοί συζητούν κι αναμοχλεύουν ακόμα το παρελθόν για να γιατρέψουν τις πληγές του παρόντος και τα παιδιά τους, οι δυο ξαδέλφες δεν συναντιούνται καν, γιατί δεν έχουν τίποτα κοινό. Τι ειρωνεία!
Ο μελετημένος φωτισμός, το «σκηνοθετημένο διάλειμμα» για να πάρουν μιαν ανάσα οι ηθοποιοί και το κοινό μαζί, το κλασικό σκηνικό με τις φουτουριστικές πινελιές στο βάθος μάς χάρισαν μια συγκινητική παράσταση. Κανείς δεν πρέπει να τη χάσει.
Γιατί, η αλήθεια είναι ότι τον κάθε έναν από εμάς τον άγγιξε κάτι απ’ το έργο και ξύπνησε μνήμες. Άλλη τον αδικοχαμένο πατέρα της στον Εμφύλιο σφαγμένο από τους αντάρτες στη Ζαρούχλα, άλλη θυμήθηκε τα κομμένα κεφάλια των ανταρτών στο Ντουβάρι της Ακράτας, άλλος το χαμό της μάνας του και τον ψυχικά ανάπηρο συγγενή του. Αυτά σιγοψιθύριζαν οι θεατές στο κλείσιμο της παράστασης, σκουπίζοντας ένα αδιόρατο δάκρυ από το φορτίο, που κουβαλά έτσι κι αλλιώς το κείμενο.
Το έργο κλείνει με ανατροπές κι αντιστροφή των ρόλων. Η άλλοτε ευάλωτη μοναχική Μαρία δίνει κουράγιο στον λιγοψυχισμένο αδελφό της Σπύρο, φωνάζοντάς του: «Μη φοβάσαι, Σπύρο!». Κι είναι σαν να φωνάζει η μοιραία φιγούρα της λίγο πριν εξαφανιστεί στα παρασκήνια «Μη φοβάσαι, Ελλάδα! Προχώρα».
Μόνο που πρέπει να αντιμετωπίσεις και να ξεπεράσεις τους λογής φόβους σου για να προχωρήσεις είτε είσαι άτομο είτε κοινωνικό σύνολο. Κι όταν αυτοί οι φόβοι γίνονται τροχοπέδη της ζωής σου, θέλει καθημερινό αγώνα για να τους υπερβείς.
Τα «Αυγά Μαύρα» είναι ένα αισιόδοξο έργο. Είναι σαν να μας λέει ο συγγραφέας, για να είναι ο βηματισμός σταθερός μπροστά πρέπει να έχεις ξεμπερδέψει με το παρελθόν όσο κι αν αυτό σε καθορίζει. Μάθε από το παρελθόν για να μπορέσεις να ζήσεις και να χτίσεις ένα καλύτερο μέλλον.
Αναστασία Ευσταθίου,
Ακράτα 26/3/2016