Στην πρώτη περίοδο θύμωνα. Η πρακτική και η “φιλοσοφία” των αντεμβολιαστών μου φαινόταν άδικη, αντικοινωνική εξοργιστική. Και συνεχίζει έτσι να μου φαίνεται. Δεν μπορούσα να το καταπιώ, ότι το ίδιο που εγώ το εκτιμούσα ως δώρο Θεού, ένας άλλος το αποτιμούσε σατανική επινόηση (!). Με τον καιρό, όμως, έβαλα νερό στο κρασί. Όχι πως αποδέχομαι, κατανοώ και ανέχομαι τις ιδέες τους, αλλά δέχτηκα την πραγματικότητα. Μάλιστα, τώρα πια, συνήθισα να περνώ καλά με την παρέα τους. Δεν μετακινούμαι μεν ούτε σπιθαμή από τη θέση ότι οι ανεμβολίαστοι είναι χειροβομβίδα για τη δημόσια υγεία, την κοινωνική ισορροπία, τον ομαλό βίο. Ωστόσο, δεν μπορούμε παρά να ζήσουμε μαζί τους. Κι ο Θεός βοηθός! Τουλάχιστον, ας γελάμε μ’ αυτούς, κι ας γελούν κι αυτοί με μας. Παιχνίδι να γίνεται!
Όπως ακριβώς και προχτές. Καιρό είχα να τη δω. Παλιά γνωστή, από τις καλές και νοσταλγικές εκδοχές της παλαιάς γειτονίτσας μου. Πιάσαμε να μιλάμε στην άκρη του δρόμου. Κουβέντα στην κουβέντα, ήρθαμε και στο προκείμενο. «Το έκανες το εμβόλιο;» με ρώτησε. Ασφαλώς, της απάντησα. Εσύ … δεν …; «Όχι, βέβαια» κι η ματιά της άστραψε. «Ας ψάξουν για κορόιδα αλλού! Δε μ’ αρέσει ο ρόλος της Ιφιγένειας» συμπλήρωσε. Πέρασα στην αντεπίθεση: «Μα, χρυσή μου, το εμβόλιο δεν σκοτώνει, αλλά σώζει ζωές. Ανέκαθεν, ό,τι συμβάλλει στην υγεία μας, είναι ευεργέτημα. Γιατί να θέλουν να θυσιαστείς και να σ’ εξοντώσουν;». Απάντηση: «Δεν τους πιστεύω. Ούτε τους γιατρούς, ούτε τους πολιτικούς. Όλοι λερωμένοι είναι. Πίσω τους κρύβονται μεγάλα συμφέροντα. Πού ζεις;». Ήρθε η σειρά μου και ξαναμίλησα: «Εντάξει, συμφέροντα πάντα υπήρχαν και θα υπάρχουν ες αεί. Και πάντα θα υπάρχουν λαμόγια, κομπογιαννίτες και λωποδύτες. Αλλά αυτό είναι άλλο κεφάλαιο. Γιατί τα μπερδεύεις; Εδώ έχουμε μια κατάκτηση της ιατρικής, απ’ αυτές που στα τελευταία εκατό χρόνια σταδιακά έχουν αλλάξει καθοριστικά τη διάρκεια και την ποιότητα της ζωής του ανθρώπου. Οι μάστιγες που για αιώνες αποδεκάτιζαν πληθυσμούς, σήμερα είναι νεκρές …».
Είπαμε κι άλλα. Τα γνωστά τετριμμένα. Κάποια στιγμή φτάσαμε και στον καιρό. «Μας ξέχασε κι ο Θεός, και θα μας φάει η αναβροχιά» είπε λυπητερά. «Πόσους μήνες έχει να ρίξει σταγόνα; Και πώς να ρίξει, αφού η κερδοσκοπία καταστρέφει το κλίμα; Τα συμφέροντα που σου είπα …». Εδώ υπερθεμάτισα. «Για να δούμε,» παρατήρησα «για το επόμενο πενθήμερο η Ε.Μ.Υ. προβλέπει νεράκι». «Σαχλαμάρες!» μου ανταπάντησε. «Τους πιστεύεις; Ψέματα λένε. Είδες ποτέ να πέσουν μέσα; Προβλέπουν βροχές , και μας καίει ο ήλιος. Μας λένε για ήλιο, και προκύπτει θολούρα. Όλα ανάποδα τα λένε». «Δηλαδή, – ύψωσα τη φωνή – ούτε με τη μετεωρολογία τα πας καλά. Γενικώς, άμα ακούς για επιστήμες, σου ανάβουν τα λαμπάκια. Ανεβαίνει το σάκχαρό σου. Σωστά καταλαβαίνω;». «Σιγά την επιστήμη, μωρέ! Ο παππούς μου – Θεός σχωρέσ’ τον! – έπεφτε πιο κοντά στον καιρό. Ψέματα λέω;». «Προφανώς – της εξήγησα – συμβουλευόμαστε άλλον μετεωρολόγο. Γιατί ο δικός μου πέφτει μέσα.
Στη μεγάλη ζέστη του καλοκαιριού, 15 μέρες νωρίτερα, “προφήτεψε” και τη διάρκεια και την ένταση και ό,τι άλλο κουβαλούσε μαζί του το ακραίο φαινόμενο. Κι απ’ ό,τι θυμάμαι, τα ίδια έλεγαν όλοι οι μετεωρολόγοι. Γιατί, κι αυτός ο τομέας προοδεύει. Έτσι δουλεύουν οι επιστήμες. Βήμα – βήμα. Λιθαράκι – λιθαράκι. Μια καινούρια οπή, ένα νέο παράθυρο, μια ολόκληρη θύρα. Παντού το ίδιο. Οικοδόμημα είναι η πρόοδος και χρειάζεται χρόνος. Χρόνος, πίστη και ιδρώτας. Έτσι περάσαμε από τα κάρα στα τρένα, απ’ τις σχεδίες στα πλοία, από τις φρυκτωρίες στους ασυρμάτους, και ούτω καθ’ εξής. Έτσι φτάσαμε, καλή μου, και στο εμβόλιο για τον Covid – 19. Αλλιώτικα, θα ήμασταν κολλημένοι στα κάρα, στις σχεδίες, στις φρυκτωρίες και στους θανάτους απ΄ την πανώλη». Σταμάτησα και της άφησα την τελευταία επίθεση. «Εγώ δεν τα έχω με την επιστήμη. Αλλά, ετούτοι δε με πείθουν. Πώς να το κάνουμε; Κι απορώ, εσένα πώς σ’ έπεισαν».
Εδώ έκλεισε η συνέντευξη. Δεν υπήρχε λόγος να συνεχίσουμε. Ίσως, μπορούσαμε να πούμε κι άλλα, να τη ρωτήσω, λόγου χάρη, όταν αρρωσταίνει, πού, στο καλό, πάει και από ποιον παίρνει οδηγίες ίασης, αλλά, εντάξει, δεν είχε νόημα. Σε τέτοιες περιπτώσεις, όσο λιγότερα, τόσο καλύτερα. Άλλωστε, πόσα να πεις στη μέση του δρόμου; Γύρισα, γύρισε, και χωρίσαμε. Ξαφνικά, κοντοστάθηκε στα δυο – τρία μέτρα. «Να σε ρωτήσω κάτι; Τι ζώδιο είσαι;». Αιγόκερως, είπα. «Περίεργο, οι αιγόκεροι δεν είναι ευκολόπιστοι …»!!! Συμπέρασμα: Απόλαυση! Ναι, ζούμε στην καλύτερη εποχή!
Από την έντυπη έκδοση “ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ” 14/10/2021