Ναι, αυτό που είδαμε στο λιμάνι του Πειραιά είναι από τα απίστευτα. Από τα ειδεχθή. Από τα άρρητα. Από εκείνα που πιστοποιούν μεγαλόφωνα ότι homo homini lupus, τουτέστιν, ο άνθρωπος για τον άνθρωπο είναι λύκος. Από τη στιγμή εκείνη, οργίασαν και τα Μέσα Ενημέρωσης.
Η κοινή διαπίστωση για τους άμεσους δράστες επικεντρώθηκε στον δίδυμο χαρακτηρισμό «δολοφόνοι» και «φονιάδες». Προσωπικά, δε συμμερίζομαι τις δύο ιδιότητες. Εγώ θα τους έκρινα ακόμα πιο σκληρά και θα τους έλεγα «ανεγκέφαλους». Α – νε – γκέ – φα – λους. Και είναι πιο σκληρό – ανεξάρτητα από το τι φρονεί και τι λέει το Ποινικό Δίκαιο -, γιατί ένας που κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες δολοφονεί ή σκοτώνει (οι δυο έννοιες έχουν τις αποχρώσεις τους), υπό άλλες συνθήκες μπορεί να προκύψει όσιος. Πόσοι δεν διέπραξαν απίθανες εκτροπές και μετά αγίασαν! Ο ανεγκέφαλος, όμως, ανεγκέφαλος μένει. Ανεγκέφαλος και δημόσιος κίνδυνος. Αφήνω τον πλοίαρχο, τον λιμενάρχη και τους υπόλοιπους, καθώς αυτά είναι υλικό που θέλουν έρευνα, και περιορίζομαι στον ύπαρχο και τον πίσω του (τον ναύκληρο).
Όλα μαρτυρούν το έλλειμμά τους σε εγκεφαλικό περιεχόμενο, σε αυτό δηλ. που λέγεται πως όταν το έριχνε από ψηλά ο Θεός, μερικοί κρατούσαν αλεξιβρόχιο. Οι δυο τους σίγουρα είχαν ανοιχτή την ομπρέλα τους. Φαίνεται κυρίως μετά την … ανδραγαθία τους. Δεν ταράσσονται, δεν τρέμουν τα πόδια τους, δεν τρέχουν να σώσουν … ό,τι σώζεται, δεν υποψιάζονται τι τους περιμένει αύριο. «Καλά τα πήγαμε!» σκέφτονται κι επιστρέφουν στη δουλίτσα τους. Σα να μην συνέβη τίποτα! Σα να μην χάνεται ένας άνθρωπος! Σα να μην είναι ο άνθρωπος που οι ίδιοι έσπρωξαν! Σα να μην είναι αυτοί που τον έσπρωξαν! Είναι φως – φανάρι: α – νε – γκέ – φα – λοι. Συμπολίτες χωρίς εγκέφαλο. Φυσικά, δεν είναι οι μόνοι, ούτε είναι λίγοι. Όλοι αυτοί συναποτελούν μια μεγάλη κοινωνική ομάδα, που συμμετέχει στη SUPER LEAGUE του συλλογικού μας πρωταθλήματος. Ομάδα που είναι ικανή ακόμα και για πρωταθλήτρια!
Εν παραδείγματι, μαζί με τους δύο που είδαμε, παίζουν αυτοί που κατακαλόκαιρο πετούν αμέριμνα το τσιγάρο τους στη διαδρομή μες στο καταπράσινο, αυτοί που στην πολυσύχναστη αιγιώτικη Μητροπόλεως γκαζώνουν τους δυο ή τους τέσσερις τροχούς κι όποιον πάρει ο χάροντας, αυτοί που μας βρομίζουν με τη βρόμα τους και καταγγέλλουν το δήμαρχο που η πόλη δεν είναι πεντακάθαρη, αυτοί που …, αυτοί που …, και πλείστοι έτι περαιτέρω.
Τώρα, όσον αφορά τον υπουργό κ. Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη, τι να πω; Να μην πω τίποτα. Ή, μάλλον, για να μισογελάσουμε και λίγο μέσα στον ζόφο του ύπαρχου, του ναύκληρου, των πυρκαγιών, των πλημμυρών και των συνοδών κακών της μοίρας μας, να πω μια πραγματική ενδιαφέρουσα ιστορία. Πάντα με αφορμή τον Έλληνα μινίστρο της Ναυτιλίας. Να σας πω στα γρήγορα τι έκανε ο σάχης του Ιράν, Ρεζά Παχλαβί, ο ιδρυτής της τελευταίας αυτοκρατορικής δυναστείας της Περσίας. Γυρίζουμε λίγες δεκαετίες πίσω. Λοιπόν, όποτε διαπίστωνε πως ένας από τους υπουργούς του κάπου «έμπαζε» (ή στον ρεαλισμό των νομοσχεδίων του, ή στην αποτελεσματικότητα των τομέων ευθύνης του, ή σε μια παλαβή εκφορά της γλώσσας του ή οπουδήποτε αλλού), τον καλούσε στο γραφείο του, κλείδωνε και – καθώς ήταν ψηλός και καλά γυμνασμένος – τον ξυλοφόρτωνε! Μιλάμε για άγρια φάση, με πυξ – λαξ (ήγουν, γροθιές και κλοτσιές) και … τα ρέστα. Μετά την … παράσταση, ο υπουργός έσκυβε την κεφαλή από ευγνωμοσύνη για τη … φιλική συζήτηση και απήρχετο. Συνεπώς, μόλις ένας υπουργός εκαλείτο από τον αυτοκράτορα, άρχιζαν κι έτρεμαν τα πόδια του. Ήξερε πόσο δύσκολη μέρα του ξημέρωσε! Έτσι αντιλαμβανόταν ο Ρεζά το επιτελικό κράτος, στο λειτουργικό του επίπεδο και στην ουσία του. Το ίδιο ενδιαφέρουσα είναι και η συνέχεια. Ο υπουργός έτρεχε στο υπουργείο του, άρπαζε τον γενικό γραμματέα και τον … απογείωνε! Ομοίως ο γενικός γραμματέας τον αποκάτω του, και πάει λέγοντας.
Αυτή εν ολίγοις ήταν η ιρανική «μέθοδος Ρεζά Σαχ Παχλαβί». Πλάκα δεν έχει; Έχει, όμως, κι επιχειρήματα, η άτιμη! Κι αποτελέσματα! Και μάλιστα, απείρως περισσότερα από αυτά που υπόσχονται και παράγουν τα ελληνικά πρωτόκολλα. Λέμε, τώρα …