Μέχρι 10 κιλά ανά κυψέλη και έως συνολική ποσότητα 1.500 κιλών θα μπορεί να πουλήσει νόμιμα ο μελισσοκόμος απευθείας στον καταναλωτή
Συνάντηση είχε την Τρίτη (16/5), στο ΥπΑΑΤ, ο Αναπληρωτής Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, Γιάννης Τσιρώνης, με τους μελισσοκομικούς συλλόγους της χώρας, για το περιεχόμενο των δράσεων 3.1 και 3.2 του νέου Εθνικού Προγράμματος Μελισσοκομίας και της Υπουργικής Απόφασης για διάθεση μικρών ποσοτήτων μελιού από παραγωγούς. Στη συνάντηση συμφωνήθηκε να κατατεθεί πρόταση προς έγκριση στην Κομισιόν, για να μπορεί ο μελισσοκόμος που δεν διαθέτει συσκευαστήριο να πουλά απευθείας στον καταναλωτή (λαϊκές αγορές, χέρι με χέρι κ.α.) του νομού που έχει την έδρα του. Δηλαδή κάτι που μέχρι σήμερα γινόταν παράνομα τώρα θα γίνεται νόμιμα. Ο μελισσοκόμος θα μπορεί να διαθέτει είναι μέχρι 10 κιλά ανά κυψέλη και μέχρι συνολικής ποσότητας 1.500 κιλών. Την συσκευασία θα μπορεί να την κάνει ο μελισσοκόμος μόνος του αλλά θα πρέπει να τηρεί βασικούς κανόνες υγιεινής και να αναγράφει στην ετικέτα τα στοιχεία του.
Στη συζήτηση συμμετείχαν εκπρόσωποι μελισσοκομικών συλλόγων της χώρας, η Ομοσπονδία Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδας (ΟΜΣΕ), η Εθνική Διεπαγγελματική Οργάνωση Μελιού και λοιπών προϊόντων κυψέλης και ο Πανελλήνιος Σύνδεσμος Μελισσοκόμων, Βασιλοτρόφων, παραγωγών βασιλικού πολτού και λοιπών προϊόντων κυψέλης.
Η συζήτηση επικεντρώθηκε στο περιεχόμενο της υπό έκδοση εγκυκλίου για τις δράσεις 3.1 (εξοπλισμός για την διευκόλυνση των μετακινήσεων) και 3.2 (οικονομική στήριξη της νομαδικής μελισσοκομίας) του νέου Προγράμματος και συζητήθηκαν τα κριτήρια των δικαιούχων, οι φορείς υποδοχής των αιτήσεων, ο ρόλος των Κέντρων Μελισσοκομίας, η απλοποίηση της γραφειοκρατικής διαδικασίας και το ζήτημα της αξιολόγησης του προγράμματος μελισσοκομίας. Ακολούθως συζητήθηκαν τα κριτήρια των δικαιούχων της Υπουργικής απόφασης για διάθεση μικρών ποσοτήτων μελιού στο εμπόριο.
Όπως δήλωσε στον ΑγροΤύπο ο κ. Βασίλειος Ντούρας, πρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδος (ΟΜΣΕ) «στη συνάντηση έγινε κατανοητό από τον Αναπληρωτή Υπουργό ότι θα πρέπει να «τρέξει» το νέο τριετές Πρόγραμμα Μελισσοκομίας, που από τις αρχές του Αυγούστου έχει «παγώσει». Υπήρχαν προβλήματα στην χρηματοδότηση των Κέντρων Μελλισοκομίας. Ο κ. Τσιρώνης ήταν προετοιμασμένος και συμφώνησε με τις αλλαγές που ζητούσαμε, «προσπερνώντας» τα εμπόδια που εμφάνιζαν οι υπηρεσιακοί παράγοντες. Είναι πολύ πιθανόν – όπως φάνηκε κατά την σύσκεψη – το νέο πρόγραμμα να «τρέξει» καλύτερα σε σχέση με το προηγούμενο.
Συζητήσαμε και τα κριτήρια των δικαιούχων της Υπουργικής απόφασης για διάθεση μικρών ποσοτήτων μελιού στο εμπόριο από παραγωγούς που δεν διαθέτουν συσκευαστήριο. Η Ομοσπονδία εδώ και πέντε χρόνια αγωνίζεται για αυτό. Τελικά με την σύμφωνη γνώμη του κ. Τσιρώνη έκλεισε το θέμα.
Μέχρι 10 κιλά ανά κυψέλη και μέχρι συνολικής ποσότητας 1.500 κιλών, θα μπορεί να πουλήσει απευθείας στον καταναλωτή (λαϊκές αγορές, απευθείας στον καταναλωτή κ.α.) χωρίς να διαθέτει συσκευαστήριο. Θα πρέπει να αναγράφεται στην ετικέτα τα στοιχεία του και να τηρεί απλούς κανόνες υγιεινής. Οι πωλήσεις θα μπορούν να γίνονται μόνο στο νομό που έχει έδρα ο μελισσοκόμος.
Η απόφαση αυτή θα κατατεθεί στην Κομισιόν και σε περίπου τρεις μήνες θα δοθεί η απάντηση. Στη συνέχεια θα πρέπει να υπογραφεί η σχετική απόφαση να δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως για να γίνει νόμος του κράτους. Έτσι θα νομιμοποιήσουμε τη διακίνηση μελιού από τον παραγωγό στον καταναλωτή και θα περιορίσουμε την λαθρεμπορία σε μεγάλο βαθμό».
Η σχετική ανακοίνωση του ΥπΑΑΤ αναφέρει ότι κατά την συνάντηση ο Αν. Υπουργός τόνισε την ανάγκη συνεργασίας του γεωργικού και του μελισσοκομικού κλάδου προκειμένου να μην εμποδίζεται η επικονίαση των φυτών κατά τη διάρκεια της ανθοφορίας από την χρήση των φυτοφαρμάκων και την ανάγκη ενημέρωσης και εκπαίδευσης για το ρόλο της μελισσοκομίας στην αύξηση της γεωργικής παραγωγής. Επίσης δήλωσε τη πρόθεση της πολιτικής ηγεσίας να διευκολύνει με θεσμικές παρεμβάσεις το έργο των μελισσοκόμων και δεσμεύτηκε να εξετάσει τις προτάσεις των φορέων για το περιεχόμενο των Υπουργικών αποφάσεων. Τέλος, τόνισε τη σημαντικότητα του δημοκρατικού διαλόγου στη λήψη των αποφάσεων.