Σε 30 δις ευρώ ανέρχεται το κόστος που προκύπτει για την Ευρωπαϊκή Ένωση, εξαιτίας των κυρώσεων που έχει επιβάλει η ίδια η Κομισιόν εναντίον της Ρωσίας από το 2014 (με αποτέλεσμα να επιβληθεί το ρώσικο εμπάργκο στις εισαγωγές ευρωπαϊκών αγροτικών προϊόντων), λόγω της υπόθεσης της Κριμαίας. Αυτό διαπιστώνει έρευνα που πραγματοποίησε για λογαριασμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και παρουσίασε στη Βιέννη, το Αυστριακό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών. Μόνον εξαιτίας των κυρώσεων, οι εξαγωγές της ΕΕ προς την Ρωσία μειώθηκαν μεταξύ 2014 και 2016 κατά 10,7% (που αντιστοιχεί σε 30 δισεκατομμύρια ευρώ). Οι Αυστριακοί υποστηρίζουν ότι όσον αφορά την Ελλάδα, οι εξαγωγές προς τη Ρωσία, στο ίδιο χρονικό διάστημα, μειώθηκαν κατά 23,1%, με συνολική οικονομική ζημία 250 εκ. ευρώ. Δυστυχώς στην χώρα μας δεν έχει υπάρξει κάποια αντίστοιχη έρευνα για την ζημιά που έχουν οι αγρότες όλα αυτά τα χρόνια από το ρώσικο εμπάργκο.
Στην Ελλάδα την μεγαλύτερη ζημιά από το εμπάργκο της Μόσχας (αντίμετρα τα λένε οι Ρώσοι αξιωματούχοι) την έχουν οι παραγωγοί φρούτων και κυρίως οι ροδακινοπαραγωγοί. Σύμφωνα με τα στοιχεία των Ελλήνων εξαγωγέων οπωροκηπευτικών, συνολικά αυτά τα χρόνια η ζημιά για τα φρούτα και τα λαχανικά της χώρας μας ανέρχεται σε περίπου 450 εκατ. ευρώ.
Από την πλευρά του ο πρόεδρος της Κοινοπραξίας Συνεταιρισμών Ομάδων Παραγωγών Νομού Ημαθίας, Χρήστος Γιαννακάκης, επισήμανε στον ΑγροΤύπο ότι «πριν την επιβολή του εμπάργκο η χώρα μας εξήγαγε κατά μέσο όρο 42.000 τόνους ροδάκινα στη Ρωσία. Η μέση τιμή παραγωγού κυμαινόταν στο 1 ευρώ το κιλό». Δηλαδή έχουμε συνολικά 168.000.000 κιλά ροδάκινα που δεν εξήχθησαν όλα αυτά τα χρόνια προς την αγορά της Ρωσίας (2014 – 2017) και οι παραγωγοί έχασαν γύρω στα 168 εκατ. ευρώ.
Έρευνα των Αυστριακών
Στην Αυστρία, η οποία ακολουθεί ιδιαίτερα επιφυλακτική στάση απέναντι στις κοινοτικές κυρώσεις κατά της Ρωσίας, αν και τελικά έχει στηρίξει τις σχετικές αποφάσεις των Βρυξελλών κατά της Μόσχας, ο «οικονομικός πόλεμος» ΕΕ-Ρωσίας φέρεται να κόστισε την ίδια χρονιά, 7.000 θέσεις εργασίας και 550 εκατομμύρια ευρώ.
Τη μεγαλύτερη ποσοστιαία μείωση από όλες τις χώρες της ΕΕ, κατά 34,5%, παρουσίασαν οι εξαγωγές της Κύπρου (-20 εκ. ευρώ), ενώ το υψηλότερο κόστος από τη μείωση των εξαγωγών εξαιτίας των κυρώσεων καταγράφει η Γερμανία, με τον όγκο των εξαγωγών της να έχει μειωθεί στο ίδιο χρονικό διάστημα μεταξύ 2014 και 2016 κατά 11,1 δισεκατομμύρια ευρώ (μείωση 13,4%) που αντιπροσωπεύει πάνω από το ένα τρίτο των συνολικών απωλειών της ΕΕ.
Όπως αναφερόταν κατά την παρουσίαση της έρευνας, έως και το 40% της συνολικής μείωσης των εξαγωγών της ΕΕ προς την Ρωσία, ανάγεται στις κυρώσεις που επιβλήθηκαν εναντίον της Μόσχας, ενώ συνολικά οι εξαγωγές εμφάνισαν ετήσια μείωση κατά 15,7%, τη στιγμή που τα προηγούμενα χρόνια, μεταξύ 2009 και 2013, καταγραφόταν μία αύξηση των εξαγωγών της ΕΕ προς τη Ρωσία, κατά μέσο όρο 23,5% ετησίως.
Το 2013, ο όγκος των εξαγωγών της ΕΕ προς τη Ρωσία ανερχόταν σε 120 δισεκατομμύρια ευρώ και το 2016 περιορίστηκε σε 72 δισεκατομμύρια ευρώ, με την ίδια τη Ρωσία που ήταν στην τέταρτη θέση στον κατάλογο των σημαντικότερων εμπορικών εταίρων εκτός ΕΕ, να περνά πλέον στην πέμπτη θέση, μετά τις ΗΠΑ, την Ελβετία, την Κίνα και την Τουρκία.
Η έρευνα διαπιστώνει πως από τις κυρώσεις, έχουν πληγεί ιδιαίτερα οι εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και τροφίμων από την ΕΕ προς τη Ρωσία, με τον όγκο τους να έχει μειωθεί μεταξύ 2014 και 2016, κατά 22,5%.
Διαβάστε την έρευνα στα γερμανικά
Παλαιότερες εκτιμήσεις της Αυστριακής Ένωσης Βιομηχάνων ανέφεραν πως οι επιπτώσεις των οικονομικών κυρώσεων κατά της Ρωσίας είναι για την Αυστρία, ανάλογα με τον πληθυσμό της, σαφώς βαρύτερες σε σχέση με το μέσο όρο των άλλων χωρών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ταυτόχρονα, το Οικονομικό Επιμελητήριο Αυστρίας είχε προειδοποιήσει πως οι αυστριακές εξαγωγές στη Ρωσία κινδυνεύουν να μειωθούν μετά την επιβολή των κυρώσεων το 2014, ετησίως κατά 20% σε σχέση με το 2013, ενώ ιδιαίτερα αρνητικές είναι οι συνέπειες για τον αυστριακό τουρισμό από τη Ρωσία.
Κατά μίας κλιμάκωσης ή μίας παράτασης των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, είχε ταχθεί ο Αυστριακός αντικαγκελάριος, υπουργός Οικονομίας και αρχηγός του συγκυβερνώντος – με τους Σοσιαλδημοκράτες – συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος, Ράινχολντ Μιτερλένερ, στις συνομιλίες που είχε τον περασμένο Νοέμβριο στη Βιέννη, με τον Ρώσο υπουργό Οικονομίας, Αλεξέι Ουλγιουκάγεφ.
Εξάλλου, τον σταδιακό τερματισμό των κυρώσεων της Ευρωπαϊκής Ένωσης κατά της Ρωσίας, είχε υποστηρίξει η Αυστρία τον περασμένο Ιούνιο, με σχετικό ψήφισμα της αυστριακής Βουλής, με το οποίο αυτή είχε στηρίξει το σχετικό αίτημα που είχαν υποβάλει ο Αυστριακός ομοσπονδιακός καγκελάριος και αρχηγός των Σοσιαλδημοκρατών, Κρίστιαν Κερν, και ο υπουργός Εξωτερικών, Σεμπάστιαν Κουρτς, του συγκυβερνώντος συντηρητικού Λαϊκού Κόμματος.
Το αίτημα, που προέβλεπε μία σταδιακή άρση των κυρώσεων κατά της Ρωσίας ανάλογα με την πρόοδο της ειρηνευτικής Διαδικασίας του Μινσκ, είχε υπερψηφιστεί από τα δύο κυβερνητικά κόμματα, Σοσιαλδημοκρατικό και Λαϊκό, όπως και από το κόμμα των Πράσινων της αντιπολίτευσης.