H ΕΕ, η πρώτη μεγάλη οικονομία που έθεσε φιλόδοξους στόχους για την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, πρέπει να θέσει ως στόχο μια κλιματικά ουδέτερη ΕΕ μέχρι το 2050, στο πλαίσιο της Συμφωνίας του Παρισιού για το Κλίμα. Αυτό ζητά το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με ψήφισμά του και για την επίτευξη του σκοπού αυτού το ΕΚ επιθυμεί την ανανέωση των κλιματικών στόχων για το 2020. Ο τρέχων στόχος της ΕΕ είναι να μειώσει τις εκπομπές του διοξειδίου του άνθρακα κατά 40% μέχρι το 2030, σε σύγκριση με τα επίπεδα του 1990. Ωστόσο, υπάρχει πίεση για την αύξηση αυτού του ποσοστού. Η ψηφοφορία έγινε ενόψει της Διάσκεψης COP25 για το κλίμα, που θα λάβει χώρα το Δεκέμβριο στη Μαδρίτη.
Οι Ευρωπαίοι ηγέτες θα συζητήσουν για την κλιματική αλλαγή και τους μακροπρόθεσμους κλιματικούς στόχους της ΕΕ στη διάσκεψη κορυφής του Δεκεμβρίου, με την ΕΕ να αναμένεται να υποβάλει την ανανεωμένη κλιματική στρατηγική της στα Ηνωμένα Έθνη στις αρχές του 2020.
Μακροπρόθεσμος στόχος της Συμφωνίας του Παρισιού είναι η αύξηση της θερμοκρασίας να περιοριστεί κάτω από 2 βαθμούς Κελσίου, καθώς και η συνέχιση των καταβαλλόμενων προσπαθειών ώστε να μην υπερβεί η αύξηση τον 1,5 βαθμό, προκειμένου να αποφευχθούν οι καταστροφικές συνέπειες της κλιματικής αλλαγής, αναφέρει σε ανακοίνωσή του το ΕΚ. Η Συμφωνία έχει υπογραφεί από 194 χώρες και από την ΕΕ. Όλα τα κράτη μέλη έχουν υπογράψει ανεξάρτητα, αλλά διατηρούν την υποχρέωση να συμμορφώνονται προς τα ετήσια όρια εκπομπών της ΕΕ.
Σύμφωνα με αναφορά της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος του 2018, εάν επιτευχθεί ο στόχος του 1,5 ° C οι παγκόσμιες εκπομπές θα είναι μηδενικές μέχρι το 2050.
Για να υλοποιηθεί η Συμφωνία του Παρισιού τα συμβαλλόμενα μέρη, μεταξύ των οποίων και η ΕΕ, οφείλουν να θέτουν κλιματικούς στόχους και να κοινοποιούν τις εθνικά καθορισμένες συνεισφορές τους (NDC) ανά πενταετία. Οι νέοι στόχοι θα ανακοινωθούν μέχρι το τέλος του 2020.
Υπέρ της μείωσης των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου προκειμένου να καταστεί η οικονομία της ΕΕ ουδέτερη προς το κλίμα έως το 2050 τάσσονται το 92% των Ευρωπαίων, ενώ τις ανησυχίες της νεολαίας ενέπνευσε η σουηδή ακτιβίστρια Γκρέτα Τούμπεργκ.