- Έτσι, χωρίς πολλές-πολλές κουβέντες, το ΔΝΤ σφάζει με το μπαμπάκι τον ελληνικό λαό
- Λίγες ώρες μετά τα καλά λόγια του Eurogroup, έρχεται η θηλειά από την Λαγκάρντ και την παρέα της
- Μέτρα που ψηφίστηκαν προ μηνών προκειμένου να εφαρμοστούν σε βάθος χρόνου, μπαίνουν στην καθημερινότητά μας νωρίτερα, σαν να μη συνέβη τίποτα
Συνεχίζει να στυλώνει τα πόδια το ΔΝΤ, σύμφωνα με πληροφορίες από τις Βρυξέλλες, απαιτώντας να εφαρμοσθεί έναν χρόνο νωρίτερα, δηλαδή από το 2019, η μείωση του αφορολογήτου μαζί με την περικοπή των συντάξεων. Μάλιστα θεωρεί ότι δεν μπορούν να εφαρμοσθούν τα αντίμετρα και του 2019 (κοινωνικό πακέτο), αλλά και του 2020 (μείωση συντελεστών ΕΝΦΙΑ και συντελεστών φορολογίας εισοδήματος φυσικών και νομικών προσώπων και μείωση ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης).
Η Κομισιόν φέρεται να διαφωνεί με την θέση του ΔΝΤ και προβλέπει πρωτογενές πλεόνασμα αρκετά πάνω από 3% του ΑΕΠ για το 2017.
Παρ’ όλα αυτά και η Κομισιόν συμφωνεί στη μετάθεση των διαπραγματεύσεων έως ότου τελικά τα στοιχεία καταστούν διαθέσιμα τον Μάιο – Ιούνιο. Και τούτο διαμορφώνει ένα ακόμη πιο ασφυκτικό πλαίσιο διαπραγματεύσεων, με την ελληνική κυβέρνηση πλέον να καλείται να αναλάβει τις δικές της ευθύνες για να μην προκαλέσει “ατύχημα” με μία καθυστέρηση στην 4η αξιολόγηση αλλά και να διαπραγματευθεί για τη μεγάλη συμφωνία..
Χθες, στο Eurogroup ο Επίτροπος Μοσκοβισί κατέστησε και πάλι σαφές ότι πρέπει να υπάρξει η τελική πολιτική συμφωνία έως την 21η Ιουνίου που συνεδριάζει το Eurogroup. Έως τότε πρέπει να ληφθούν αποφάσεις για… όλα: για νέες παρεμβάσεις στο χρέος, για την επόμενη ημέρα και για την 4η αξιολόγηση…
Τι ζητά το ΔΝΤ
Το ΔΝΤ ζητά να έχει διαθέσιμα τα στοιχεία για το ΑΕΠ του 1ου τριμήνου του 2018 που θα ανακοινωθούν στις 4 Ιουνίου, την επικύρωση για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2017 (θα ανακοινωθούν από την Eurostat στις 23 Απριλίου), αλλά και τα αποτελέσματα των τεστ αντοχής των τραπεζών (θα ανακοινωθούν στις 5 Μαΐου).
Αν το ΔΝΤ λοιπόν επιμείνει σε μία εμπροσθοβαρή εφαρμογή των μέτρων και μετά από την ανακοίνωση των παραπάνω στοιχείων (αν βεβαίως τα στοιχεία αυτά δεν εμπεριέχουν ανατροπές), τότε θα διαμορφωθεί ένα δύσκολο “παζάρι”. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή φέρεται διατεθειμένη να ασκήσει πιέσεις και σχεδιάζει να ζητήσει στοιχεία από το ΔΝΤ για τον τρόπο που εξάγει τις προβλέψεις του. Ωστόσο, και η Κομισιόν γνωρίζει καλά ότι οι δανειστές της Ελλάδας συνεχίζουν να επιθυμούν την παρουσία του Ταμείου στο πρόγραμμα…
Έτσι, εκτιμάται ότι το ΔΝΤ ίσως να μπορεί -αν το αποφασίσει και υπάρξει συμφωνία- να ενσωματωθεί στο ελληνικό πρόγραμμα τον Ιούνιο ή τον Ιούλιο, δηλαδή λίγο πριν τη λήξη του. Η συμμετοχή του θεωρείται ότι έχει σχέση με την αξιοπιστία που θα προσδώσει μία τέτοια κίνηση και όχι με την παροχή των 1,6 δισ. ευρώ που προβλέπει η επί της αρχής συμφωνία.
Υπενθυμίζεται ότι η μείωση του αφορολόγητου έχει θεσμοθετηθεί για το 2020 εκτός και αν το ΔΝΤ σε συνεργασία με τους άλλους θεσμούς και την κυβέρνηση κρίνει ότι πρέπει να έρθει πιο νωρίς για να διασφαλιστεί το πλεόνασμα στο 3,5% του ΑΕΠ.
Διεθνής κρίση, Γερμανία και τεστ αντοχής
Η θέση του ΔΝΤ και τα χρονικά ορόσημα που θέτει, διαμορφώνουν και τον χρόνο έλευσης των θεσμών στην Αθήνα για την 4η αξιολόγηση και για τα 88 προαπαιτούμενα. Αυξάνουν τον βαθμό δυσκολίας καθώς υπάρχουν και άλλα μέτωπα.
Οι Βρυξέλλες παραδέχονται ότι η συνολική συμφωνία της 21ης Ιουνίου θα είναι μία πολύ περίπλοκη συμφωνία. Και καταστούν σαφές ότι η τεχνική συζήτηση για την 4η αξιολόγηση θα πρέπει να τελειώσει (έστω σε πολύ μεγάλο βαθμό) τον Μάιο για να απελευθερωθούν οι πολιτικές συζητήσεις.
Η σημασία των υπολοίπων μετώπων είναι τεράστια. Γιατί αν δεν ολοκληρωθεί ομαλά η τεχνική συμφωνία έως στις αρχές Μαΐου, τότε δεν θα αφήσει “χώρο” για τη μεγάλη διαπραγμάτευση για το ΔΝΤ, για το χρέος και για την επόμενη ημέρα. Και χθες στο Eurogroup ήταν ξεκάθαροι ότι χωρίς τα 88 προαπαιτούμενα δεν θα ληφθεί απόφαση για το χρέος
Ανάμεσα στα 88 προαπαιτούμενα της 4ης αξιολόγησης, πέρα από τις περικοπές σε αφορολόγητο και συντάξεις καθώς και τα αντίμετρα, τα πιο μεγάλα μέτωπα είναι σύμφωνα πληροφορίες:
* Η αναθεώρηση των αντικειμενικών αξιών, ένα μέτωπο τεχνικά και πολιτικά δύσκολο.
* Η αγορά ενέργειας μαζί με τις παρεμβάσεις στις ιδιωτικοποιήσεις.
* Το δημόσιο και η τοποθέτηση των νέων στελεχών.
Ωστόσο, στις Βρυξέλλες βλέπουν και άλλους κινδύνους. Ειδική ανησυχία υπάρχει για τους εξωτερικούς κινδύνους που συνδέονται με το ότι δεν είναι βέβαιο πως οι αγορές θα είναι και τους επόμενους μήνες θετικές, ενώ και η γεωπολιτική αστάθεια έχει αρχίσει να δημιουργεί έντονες ανησυχίες.
Μεγάλο αγκάθι αποτελούν τα τεστ αντοχής των τραπεζών αφού αναμένεται να φανεί αν θα υπάρχουν ή όχι κεφαλαιακές ανάγκες. Το χρονολόγιο επηρεάζεται και από τις εκλογές στη Γερμανία που φέρεται να έχουν μεγάλο ρόλο στην χρονική μετακύλιση των αποφάσεων.
Διασφαλίσεις για την μετά μνημονίου εποχή και κίνδυνοι
Γίνεται σαφές από τις Βρυξέλλες ότι η κρίσιμη περίοδος για την εφαρμογή του προγράμματος είναι τα επόμενα 3 – 4 χρόνια.
Μάλιστα οι ΥΠΟΙΚ της ευρωζώνης φέρεται να έχουν διαμηνύσει ότι θέλουν διασφαλίσεις. Έτσι, επιθυμούν να συνδέσουν την εφαρμογή κάποιων από τα μέτρα για το χρέος με την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων.
Οι κίνδυνοι για μετά το πρόγραμμα, σύμφωνα με όσα εκτιμούν στις Βρυξέλλες, είναι ότι:
* Πάντα υπάρχει ένας κίνδυνος χαλάρωσης σε όλα τα κράτη και αναστροφής μεταρρυθμίσεων
* Οι πιο πολλές από τις μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα έχουν να κάνουν με την αποτελεσματικότητα του δημοσίου. Οπότε υπάρχει ο κίνδυνος μη εφαρμογής από την κρατική μηχανή, ειδικά σε προεκλογική περίοδο.
* Υπάρχουν κατεστημένα συμφέροντα.
* Δεν αποκλείεται το ενδεχόμενο να εγκαταλειφθεί η προσπάθεια επιτάχυνσης της ανάπτυξης.
Εκτιμούν ότι για να στηριχθεί η ανάπτυξη τα επόμενα χρόνια τα 4 πιο σημαντικά βήματα είναι η μείωση των κόκκινων δανείων, η αύξηση θελκτικότητας της χώρας για επενδύσεις, ο εκσυγχρονισμός της κρατικής μηχανής αλλά και πιο φιλικές για την ανάπτυξη δημόσιες δαπάνες και φόροι.
Αύξηση του “μαξιλαριού” διαθεσίμων στα 20 δισ. ευρώ
Το ποσό του “μαξιλαριού” διαθεσίμων εκτιμάται πάντως ότι μπορεί να αναπροσαρμοσθεί και πάλι προς τα πάνω έως το τέλος του προγράμματος. Προς το παρόν υπολογίζεται επισήμως στα 16,4 δισ. ευρώ, έναντι 10,4 δισ. ευρώ προηγούμενης πρόβλεψης τον Ιανουάριο.
Πλέον, εκτιμάται ότι με τις νέες εξόδους στις αγορές και όχι μόνο μπορεί να φτάσει στα 20 δισ. ευρώ. Ο λόγος για ένα ποσό που φτάνει για να καλύψει τις ανάγκες της χώρας έως και το 2019, πιθανόν και τις αρχές του 2020.
Πηγή: Capital.gr