Απρόσμενη αύξηση των επιπέδων μίας χημικής ουσίας, η οποία είναι πολύ επιβλαβής για το στρώμα του όζοντος, ανίχνευσαν οι επιστήμονες. Πρόκειται μάλιστα για ουσία που είχε απαγορευτεί από το Πρωτόκολλο του Μόντρεαλ το 1987, εμφάνιζε σταθερή μείωση έως το 2012, αλλά έκτοτε η εν λόγω ουσία φαίνεται να αυξάνεται και πάλι στην ατμόσφαιρα.
Ο λόγος για έναν χλωροφθοράνθρακα, το τριχλωροφθορομεθάνιο (CFC-11).
Η αιτία για την αύξησή του παραμένει μυστηριώδης, αλλά, σύμφωνα με τις έως τώρα ενδείξεις, οι νέες πηγές των παράνομων εκπομπών βρίσκονται στην Ανατολική Ασία. Οι επιστήμονες φοβούνται πως αν συνεχιστεί αυτή η αυξητική τάση, μπορεί να «φρενάρει» την ανάκαμψη της τρύπας του όζοντος και να επιδεινώσει την κλιματική αλλαγή.
Το CFC-11 είναι ένας από τους χλωροφθοράνθρακες που είχαν αρχικά αναπτυχθεί ως ψυκτικές ουσίες στη δεκαετία του 1930, ενώ χρησιμοποιούνταν επίσης στα σπρέι, ως διαλυτικά κ.α. Μετά από μερικές δεκαετίες, έγινε αντιληπτό ότι οι ουσίες αυτές, όταν διασπώνται στην ατμόσφαιρα, απελευθερώνουν άτομα χλωρίου που μπορούν να καταστρέψουν γρήγορα τα μόρια του όζοντος.
Όπως υπενθυμίζει το ΑΜΠΕ, η ανακάλυψη μιας μεγάλης «τρύπας» πάνω από την Ανταρκτική οδήγησε στην υπογραφή του πετυχημένου διακρατικού Πρωτοκόλλου του Μόντρεαλ, το οποίο απαγόρευσε την παραγωγή των χλωροφθορανθράκων (συμπεριλαμβανομένου του CFC-11) στις ανεπτυγμένες χώρες στα μέσα της δεκαετίας του 1990 και στον υπόλοιπο κόσμο έως το 2010.
Καθώς σταμάτησε η παραγωγή, οι επιστήμονες περίμεναν να δουν σταδιακή μείωση των επιπέδων αυτών των χημικών ουσιών στην ατμόσφαιρα και αυτό όντως έχουν δει, γι’ αυτό άλλωστε εκτιμούν ότι σε λίγες δεκαετίες θα έχει αποκατασταθεί η «τρύπα» του όζοντος.
Όμως, οι Αμερικανοί και Ευρωπαίοι ερευνητές, με επικεφαλής τον Στέφεν Μόντζκα της Εθνικής Υπηρεσίας Ωκεανών και Ατμόσφαιρας (ΝΟΑΑ) των ΗΠΑ, που έκαναν τη δημοσίευση στο περιοδικό «Nature», προειδοποιούν ότι μετά το 2012 η μείωση των επιπέδων του CFC-11 έχει επιβραδυνθεί κατά περίπου 50%, πράγμα που σημαίνει ότι νέες εκπομπές έρχονται πλέον να προστεθούν στις προϋπάρχουσες.
Όμως δεν μπορούν ακόμη να εντοπίσουν τον «ένοχο». Οι υποψίες στρέφονται στην Κίνα ή άλλες ασιατικές χώρες, αλλά μέχρι στιγμής δεν υπάρχουν στοιχεία που να επιβεβαιώνουν κάτι τέτοιο.
Οι επιστήμονες εκτιμούν ότι αν δεν αντιμετωπιστούν έγκαιρα οι νέες πηγές εκπομπών CFC-11, θα καθυστερήσουν την ανάκαμψη της τρύπας του όζοντος, «ίσως και κατά μία δεκαετία», σύμφωνα με τον Μότζκα. Επίσης, οι νέες παράνομες εκπομπές μπορεί να συμβάλουν στην άνοδο της θερμοκρασίας του πλανήτη.