Δε γίνεται να μη θυμώνεις ακούγοντας τα σχετικά με το μακαρίτη Γιώργο Τράγκα. Μιλάμε για έναν που φορούσε την προβιά του δημοσιογράφου, και με την απειλή δημοσιοποίησης τεχνητών επιβαρυντικών σεναρίων μάζευε εκατομμύρια από τα θύματά του. Και λες: μα, είναι δημοκρατία αυτή που δεν μπορεί να βάλει στη θέση του έναν ακραίο εκβιαστή με ολοφάνερες ψυχοπαθολογικές διαταραχές;
Τον θυμάμαι στην τριετία της πρωθυπουργίας του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη (1990 – 1993). Με τη δική του ραδιοφωνική εκπομπή ξυπνούσε όλη η Ελλάδα. Κάθε πρωί, εκείνη η απαίσια κι αρρωστημένη διάπυρη φωνή σάλπιζε την έναρξη της ημέρας. Και τι δεν έλεγε το στόμα του! «Ο Μητσοτάκης κάθαρμα», «ο γερμανοπροδόταρος», «το αποφώλιον τέρας», «ο βδελυρός αποστάτης», «ο ολετήρας του έθνους», «ο ελεεινός πράκτορας», «ο ανθέλληνας», «ο σατανάς χωρίς κέρατα» ήταν μερικά από τα πολλά ευώδη λεκτικά ροδοπέταλα, με τα οποία συντρόφευε το εθνικό μας ξημέρωμα.
Σήμερα καταλαβαίνουμε πως κάθε που τέλειωνε ο πρωινός ραδιοφωνικός περίπατος, με το σκληρό και «δίκαιο» ξέσπασμα, ο Τράγκας γινόταν όλο και πιο πλούσιος. Κάθε μέρα και πολύ πιο πλούσιος. Από τότε πέρασαν τρεις δεκαετίες, και σε όλο αυτό το μήκος του χρόνου, η συνταγή τηρήθηκε επακριβώς και με ευλάβεια. Με αυτή την πρακτική, αποκτήθηκαν τα πανάκριβα μέγαρα στις πιο σικ γειτονιές της ανθρωπότητας, τα πολυτελή διαμερίσματα, ράβδοι χρυσού κι αμύθητα κομποδέματα που παραπέμπουν σε παραμύθια και σε σεΐχηδες. Βέβαια, άλλη συζήτηση είναι το τι τελικά κέρδισε. Τι κέρδισε; Αν συμφωνήσεις ότι η ικανοποίηση της εσωτερικής του ρηχότητας και της αρρωστημένης ματαιοδοξίας του, του αβδηριτισμού του, δεν είναι κατάκτηση ζωής αλλά είναι καταισχύνη και ντροπή, τον κακό του τον καιρό κέρδισε.
Ένας που αφήνει πίσω του καθολικό ανάθεμα και απόρριψη, που δοκιμάζει και βρομίζει τη μνήμη μας, ούτε τη ζωή τη χαίρεται (παρά τα πεντάστερα και ακριβοντυμένα φαινόμενα) ούτε στο θάνατο αναπαύεται. Δεν επικαλούμαι τη θεολογική, αλλά την εμπειρική και στοιχειωδώς αξιακή ανάγνωση. Φυσικά, είναι περιττό να σημειωθεί ότι όλη αυτή τη βρομερή χρυσοφόρα διαδρομή, ο εν λόγω, που μάλιστα αυτοχαρακτηριζόταν ως «αυτοδημιούργητος», δεν την έκανε ούτε χάρη στην ευφυΐα του ούτε από μόνος του, αλλά στηρίχτηκε σε ανθεκτικές βακτηρίες που του προσφέρθηκαν από τα ανώτατα πολιτικά και διοικητικά πατώματα. Ασφαλώς, με το αζημίωτο, και γι’ αυτόν και γι’ αυτούς (=κερδισμένοι κι οι δυο). Κι αυτό είναι το μεγάλο πρόβλημα. Πάντως, όπως και να ’χει το πράγμα, η «υπόθεση Τράγκα» είναι ο ορισμός της διαπλοκής, της κρατικής ανεπάρκειας και της κατάρρευσης των θεσμών. Και μαζί είναι κι ο ορισμός της εθνικής παρακμής. Κι αυτά τα φαινόμενα παρακμής έφεραν την πτώχευση, της οποίας τα απόνερα –(άραγε, τα απόνερα ή τη συνεχιζόμενη σταθερή ροή;) ακόμη βιώνουμε.
Σωστά λέγεται ότι η πτώχευση ήταν πρωτίστως ηθική και μετά ήταν οικονομική. Σαφώς. Η πρώτη είναι η αιτία και η δεύτερη το σύμπτωμα. Η διαφθορά, οι αμαρτωλές συναλλαγές, τα σκάνδαλα, ο θρίαμβος της παραπληροφόρησης, είναι η συνταγή για τον σίγουρο κατήφορο. Έτσι έγινε στα 2010. Έτσι γινόταν πάντα. Παρά τα αντιθέτως λεγόμενα και νομιζόμενα, στις επαναλαμβανόμενες αναμετρήσεις ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στην κλίμακα 1 – Χ – 2 τα διπλά είναι τα περισσότερα. Τα πολύ περισσότερα. Τουλάχιστον, όσον αφορά τη βραχυπρόθεσμη και τη μεσοπρόθεσμη διάρκεια. Αλλά και τη μακροπρόθεσμη. Αναμφίβολα, το «φαινόμενο Τράγκα» είναι ο πιο γρήγορος δρόμος … για την κάτω βόλτα. Σε συλλογικό επίπεδο.
Παράδειγμα: κάποτε ήταν μια πολιτεία που κατά κοινή ομολογία ήταν η δόξα και το θαύμα του κόσμου. Την έλεγαν «Αθήναι». Σε ένα ξέσπασμα ολίγων δεκαετιών παρήγαγε υλικό και πνευματικό πολιτισμό μεγατόνων (φιλοσοφία, αρχιτεκτονική, ανθρωπιστικές επιστήμες, καλές τέχνες, πολιτική, θεσμοί κ.λπ.). Τα έργα της είναι αθάνατα, αλλά η ίδια απέθανε νεότατη. Όλα ξεκίνησαν από έναν Τράγκα. Ο ένας γέννησε δυο, οι δυο τέσσερις, οι τέσσερις οχτώ, και πάει λέγοντας. Σε λίγα χρόνια, κουμάντο έκαναν οι Τράγκες. «Συκοφάνται» λέγονταν τότε. Έκαναν ό,τι ακριβώς έκανε κι ο δικός μας (θεός σχωρέσ’ τον!).
Κατά λογικήν ακολουθία, κοντά σ’ αυτούς ήρθε κι έδεσε και ο λαϊκισμός του Αλκιβιάδη. Οι δυο τους (συκοφάνται και Αλκιβιάδης) την κάτσανε τη βάρκα! Θεός σχωρέσ’ τους! Και για να κλείσουμε με τον δικό μας, όλα εν ζωή του πήγαν πρίμα. Αλλά, πάνω που φτιάχτηκε (ο αυτοδημιούργητος), και που όλα συμφωνούσαν πως η βασιλεία του θα ήταν μακρά, μεσολάβησε εκείνος ο λιτός και κοινόχρηστος ήχος και στίχος: Sic transit gloria mundi = έτσι παρέρχεται η δόξα του κόσμου!!!!
Άτιμη κοινωνία, που άλλους τους ανεβάζεις κι άλλους τους κατεβάζεις!
Aπό την έντυπη έκδοση “ΤΥΠΟΣ ΤΗΣ ΑΙΓΙΑΛΕΙΑΣ”