Από τις αρχές μέχρι τα μέσα Μαρτίου, το Ινστιτούτο Έρευνας Λιανεμπορίου Καταναλωτικών Αγαθών, κατέγραψε και ανέλυσε τα δεδομένα καταναλωτών, από τα οποία προκύπτει ότι μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων νηστεύει τη Σαρακοστή και ιδιαίτερα τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Για την ακρίβεια, οι δύο στους τρεις καταναλωτές νηστεύουν την Μεγάλη Εβδομάδα και ένας στους έξι νηστεύει ολόκληρη τη Μεγάλη Σαρακοστή.
Σε ποσοστό 67% , η πλειοψηφία των ερωτηθέντων δηλαδή, απάντησε ότι ακολουθεί αυστηρό πρόγραμμα διατροφής και νηστείας τη Μεγάλη Εβδομάδα.
Μικρότερο ποσοστό (17%), ανέφερε ότι νηστεύει όλη τη Μεγάλη Σαρακοστή, παρόμοιο ποσοστό με εκείνους που τηρούν όλες τις νηστείες του έτους.
Περίπου οι μισοί από τους 800 εθελοντές που συμμετείχαν στην έρευνα, πιστεύουν ότι στις περιόδους νηστείας ξοδεύουν περισσότερα χρήματα για τη διατροφή τους, όμως αισθάνονται ότι αποτοξινώνουν και βοηθούν τον οργανισμό τους.
Τα τρία τέταρτα των ερωτηθέντων θεωρούν τα νηστίσιμα φαγητά υγιεινά και τα προτιμούν.
Οι διατροφικές αλλαγές κατά τη διάρκεια της νηστείας, είναι εμφανείς και στα δεδομένα πωλήσεων του λιανεμπορίου τροφίμων.
Δηλαδή το 5% των πωλήσεων, που ισοδυναμεί με περίπου 900 εκατομμύρια ευρώ, αλλάζει την περίοδο της νηστείας, καθώς επηρεάζεται ο εμπορικός τομέας από τα νηστίσιμα είδη φαγητού που πωλούνται.
Ειδικότερα, παρατηρείται πτώση ζήτησης σε προϊόντα που νηστεύουν οι καταναλωτές όπως το λάδι, τα γαλακτοκομικά προϊόντα και κάποια γλυκά.
Το λάδι έχει μείωση 85%, τα γαλακτοκομικά 76% και τα γλυκά 60%.
Στο κρέας παρατηρείται μείωση της ζήτησης κατά 40% και στο ψάρι περίπου 50%.
Οι καταναλωτές ψωνίζουν κυρίως από σούπερ μάρκετ, στα οποία υπάρχουν πολλά νηστίσιμα προϊόντα, ενώ μικρότερο ποσοστό επιλέγει τη λαϊκή αγορά και φούρνους.