Μετά τη δημοσιοποίηση του σκεπτικού της απόφασης του ΣτΕ, η κυβέρνηση σχεδιάζει τα επόμενα βήματά της προκειμένου να ξεκαθαρίσει το θολό τοπίο των τηλεοπτικών αδειών.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο υπουργός κ. Νίκος Παππάς θα έχει συνάντηση με το ΕΣΡ τις επόμενες ημέρες, ώστε να ενημερωθεί για το χρονοδιάγραμμα που διαμορφώνει το ΕΣΡ προκειμένου να προχωρήσει εκείνο στη διαδικασία αδειοδότησης.
Σε κάθε περίπτωση, στο μεσοδιάστημα, έως ότου αδειοδοτηθούν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, η κυβέρνηση θα προχωρήσει στην εφαρμογή της ρύθμισης που έχει προαναγγείλει για την υποχρέωση των καναλιών πανελλαδικής εμβέλειας να καταβάλουν ετήσιο τίμημα για την εκπομπή σήματος.
Πολιτική βούληση του υπουργού, είναι αυτό το τίμημα να μην πέσει κάτω από το ποσό που τεκμηριώθηκε από τον πρόσφατο διαγωνισμό, δηλαδή 250 εκατ. για δέκα χρόνια. Αυτό σημαίνει ότι το τίμημα θα κυμαίνεται γύρω στα 25 εκατ. ευρώ τον χρόνο, για το σύνολο των τηλεοπτικών σταθμών πανελλαδικής εμβέλειας.Μια προσεκτική ανάγνωση των δηλώσεων του υπουργού Ψηφιακής Πολιτικής, Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης αρκεί για να γίνει αντιληπτό ότι ο κ. Παππάς αισθάνεται ότι βγήκε νικητής από αυτή τη διαδικασία.
Ο Νίκος Παππάς τονίζει ότι το δημόσιο συμφέρον επιτάσσει γρήγορη αδειοδότηση και τέλος στη δωρεάν εκπομπή των καναλιών, καθώς αυτό απαιτεί η κοινωνία.
Ολόκληρη η δήλωση του υπουργού έχει ως εξής:
«Δημοσιεύθηκε η απόφαση του ΣτΕ σχετικά με την αδειοδότηση των τηλεοπτικών σταθμών.Το Ανώτατο Δικαστήριο θεωρεί:
α) αναγκαία τη γρήγορη επανάληψη του διαγωνισμού κατ’ εφαρμογή του νόμου 4339/15 -άρα όσοι μιλούσαν περί “αντισυνταγματικού νόμου Παππά” ας το ξανασκεφτούν.
β) Παράνομη τη μέχρι σήμερα λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών -ας το σκεφτούν όσοι έλεγαν ότι δεν χρειάζονται άδειες.
γ) Σπάνιο πόρο του Δημοσίου τις τηλεοπτικές συχνότητες -ας το σκεφτούν όσοι έλεγαν ότι οι άδειες μπορούν να είναι άπειρες. Κυβέρνηση, κόμματα και ανεξάρτητη αρχή πρέπει να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων. Γρήγορα η αδειοδότηση και τέλος στη δωρεάν εκπομπή. Αυτό επιτάσσει το δημόσιο συμφέρον, αυτό απαιτεί η κοινωνία».
Στο Μαξίμου πιστεύουν ότι κατέρρευσαν τα περί δήθεν αντισυνταγματικότητας του νόμου Παππά και αιτιολογούν τους ισχυρισμούς τους καθώς, μεταξύ άλλων, η απόφαση του ΣτΕ: κρίνει αντισυνταγματική μόνο τη διάταξη περί διενέργειας του διαγωνισμού από τον υπουργό, ειδικά κατά την πρώτη εφαρμογή του νόμου (την παρ. 2 του άρθρου 2Α του ν.4339/15). Τη διάταξη, δηλαδή, που θεσμοθετήθηκε εκ των υστέρων και δεδομένης της αδυναμίας συγκρότησης Εθνικού Συμβουλίου Ραδιοτηλεόρασης προκειμένου να διενεργήσει αυτό το διαγωνισμό και παρά τις επανειλημμένες προσπάθειες για συναίνεση των πολιτικών κομμάτων στη Βουλή. Μάλιστα, η συγκεκριμένη απόφαση δεν θεωρεί αντισυνταγματικές τις άλλες ρυθμίσεις, που αφορούν τόσο στον ορισμό του αριθμού των δημοπρατούμενων αδειών, όσο και στον καθορισμό της τιμής εκκίνησης.
Κατόπιν των δεδομένων που αντλούνται μετά τη δημοσιοποίηση της απόφασης του ανωτάτου δικαστηρίου, η εικόνα ως προς το ζήτημα της αδειοδότησης των τηλεοπτικών σταθμών πανελλαδικής εμβέλειας, κατά τις ίδιες πηγές από το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής, διαμορφώνεται ως εξής:
Εφόσον ισχύει βάσει της απόφασης του ΣτΕ ότι το μόνο αντισυνταγματικό που έχει κριθεί είναι η μεταφορά αρμοδιοτήτων για τη διενέργεια του διαγωνισμού (σσ μόνο αρμόδιο το ΕΣΡ και όχι ο αρμόδιος υπουργός), θα πρέπει να υπάρξει γρήγορα αδειοδότηση με βάση τον ισχύοντα νόμο (ν. Παππά 4339/2015). Το ΕΣΡ πρέπει να εφαρμόσει τον νόμο 4339 και να προχωρήσει τη διαδικασία αδειοδότησης (διαβούλευση, προκήρυξη διαγωνισμού, διενέργεια διαγωνισμού κλπ).
Οι ίδιες πηγές επισήμαιναν ότι εφόσον ισχύουν οι αποφάσεις που δημοσιοποιήθηκαν και δεν έχει κριθεί αντισυνταγματικός ούτε ο αριθμός των αδειών, ουσιαστικά δεν έχει καταπέσει ο αριθμός των 4 αδειών που αποτελεί απόφαση της Βουλής σύμφωνα με τον νόμο, και όχι του υπουργού.
Σε κάθε περίπτωση, η πλευρά του υπουργού υπογραμμίζει τη διάθεση για συναίνεση με το ΕΣΡ και σε σχέση με τον αριθμό των αδειών, με τις ίδιες πηγές να σημειώνουν ότι είναι θέση της κυβέρνησης να υπάρχει σύμφωνη γνώμη του ΕΣΡ και για τον αριθμό των αδειών, παρότι αυτός δεν κρίθηκε αντισυνταγματικός.
Στην περίπτωση που υπάρξει νέος αριθμός αδειών, θα πρέπει να ψηφιστεί εκ νέου από τη Βουλή. Πάντως εκτός από τις κινήσεις της κυβέρνησης θα έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον να δούμε τόσο το πώς θα κινηθεί το ΕΣΡ, αλλά και τη στάση που θα κρατήσουν οι ενδιαφερόμενοι, υποψήφιοι καναλάρχες.
Το σκεπτικό της απόφασης
Με την απόφαση, η οποία έκρινε αντισυνταγματικό το νόμο της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ το Εθνικό Συμβούλιο Ραδιοτηλεόρασης είναι αποκλειστικά αρμόδιο για τη ρύθμιση του ραδιοτηλεοπτικού τοπίου.«Στο άρθρο 15 του Συντάγματος προβλέπεται η αποκλειστική αρμοδιότητα του ΕΣΡ για έλεγχο και επιβολή κυρώσεων στους τηλεοπτικούς σταθμούς.
Δεν δύναται όμως να συναχθεί ότι η αρμοδιότητα του ΕΣΡ εξαντλείται κατά το Σύνταγμα στην έκδοση μόνο ατομικών διοικητικών πράξεων, ή επιβολής κυρώσεως στους σταθμούς, αλλά σύμφωνα με το Σύνταγμα είναι φορέας άμεσου ελέγχου των τηλεοπτικών σταθμών και στο προγενέστερο της ενάρξεως λειτουργίας αυτών στάδιο, δηλαδή στο στάδιο της χορήγησης των αδειών. ‘Άρα, στις αρμοδιότητες του ΕΣΡ περιλαμβάνεται και η όλη διαδικασία, η οποία θα καταλήξει στη χορήγηση της άδειας», επισημαίνεται στην ιστορική απόφαση 95/2017 που αριθμεί πάνω από 50 σελίδες.
Μάλιστα, σε άλλο σημείο της αποφάσεως αναφορικά με τις αρμοδιότητες του ΕΣΡ αναφέρεται: «Από το γεγονός ότι ο αναθεωρητικός νομοθέτης δεν προέβλεψε επικουρικό μηχανισμό για την επιλογή των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών δεν μπορεί να συναχθεί ότι το Σύνταγμα ανέχεται, σε περίπτωση που δεν επιτευχθεί η απαιτούμενη πλειοψηφία των 4/5 στη Διάσκεψη των Προέδρων, οι αρμοδιότητες οι οποίες κατά το Σύνταγμα πρέπει να ασκούνται από Ανεξάρτητη Αρχή, να μεταβιβαστούν από τον κοινό νομοθέτη σε άλλα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας. Διαφορετικά εμμέσως το Σύνταγμα παραβιάζεται.
Δεν μπορεί όμως σε καμία περίπτωση η εκ πλαγίου παραβίαση του Συντάγματος να θεραπευθεί με άλλη ευθεία πλέον παραβίαση του, τέτοια δε παραβίαση θα συνιστούσε η πλήρης παράκαμψη αρμόδιας ανεξάρτητης αρχής που προβλέπεται ρητώς από το Σύνταγμα. Συνεπώς έως ότου συγκροτηθεί Ανεξάρτητη Αρχή (ΕΣΡ) οι αρμοδιότητες αυτής δεν μπορεί να ασκηθούν από άλλα όργανα ακόμη και όταν η άσκηση των αρμοδιοτήτων αυτών επιβάλλεται για την επίτευξη σκοπών, στη θεραπεία των οποίων αποβλέπουν, άλλες συνταγματικές διατάξεις. Το γεγονός ότι έχουν ενδεχομένως αναληφθεί από το ελληνικό κράτος διεθνείς υποχρεώσεις δεν απαλλάσσει το νομοθέτη ή την εκτελεστική εξουσία κατά την εκπλήρωση των υποχρεώσεών της από την υποχρέωση τήρησης των συνταγματικών διατάξεων όπως είναι οι Ανεξάρτητες Αρχές.
Με το νόμο 4339/2015 με τον οποίο ανατέθηκαν οι αρμοδιότητες της Γενικής Γραμματείας Ενημέρωσης στον αρμόδιο υπουργό, αντίκειται στο άρθρο 15, παρ. 2 του Συντάγματος».Επιπροσθέτως σύμφωνα με την απόφαση :«Κατά το άρθρο 15 του Συντάγματος το ΕΣΡ συγκροτείται κατά τρόπο που να εξασφαλίζει την αντικειμενικότητα, την αμεροληψία και την πολυφωνία στη λειτουργία των τηλεοπτικών σταθμών αλλά και από πρόσωπα με ανάλογα με την αποστολή του προσόντα. Από τα στοιχεία αυτά προκύπτει σύμφωνα με τις συνταγματικές επιταγές ότι:
1. Καθίσταται υποχρεωτική η σύμπραξη του ΕΣΡ στην άσκηση αρμοδιοτήτων, με τις οποίες σε συνεργασία ενδεχομένως και με άλλες ανεξάρτητες αρχές όπου αυτό απαιτείται λόγω της τεχνικής φύσεως των τιθεμένων ζητημάτων, καθορίζονται οι όροι λειτουργίας και αδειοδοτήσεων μεταξύ άλλων και των τηλεοπτικών σταθμών.
2. Σε περίπτωση επιλογής του συστήματος της κατόπιν διαγωνισμού χορηγήσεως των αδειών λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών καθίσταται υποχρεωτική η διενέργεια αποκλειστικώς από το ΕΣΡ της σχετικής διαγωνιστικής διαδικασίας».Ως προς το έννομο συμφέρον των καναλιών να προσφύγουν στο ΣτΕ να ακυρωθούν οι διοικητικές πράξεις η Ολομέλεια αναφέρει ότι:
«Οι τηλεοπτικοί σταθμοί που διατηρούν επιχείρηση παροχής τηλεοπτικών υπηρεσιών και προτίθενται κατά τους ισχυρισμούς τους να λάβουν μέρος στη διαγωνιστική διαδικασία που θα διενεργηθεί σύμφωνα με το νόμο 4339/2015 έχουν έννομο συμφέρον να προσβάλουν τις εκτελεστές διοικητικές πράξεις οι οποίες εκδόθηκαν βάσει του εν λόγω νόμου. Συνεπώς, με έννομο συμφέρον άσκησαν την αίτηση ακύρωσης».
Η μειοψηφία
Στον αντίποδα η μειοψηφία μεταξύ των άλλων υποστήριξε ότι οι τηλεοπτικές εταιρείες «στερούνται εννόμου συμφέροντος για την άσκηση των κρινομένων αιτήσεων ακυρώσεως”. Και αυτό, “γιατί κατά το χρόνο έκδοσης της προσβαλλόμενης απόφασης και της κατάθεσης της προσφυγής τα τηλεοπτικά κανάλια δεν λειτουργούσαν νομίμως, όπως αβασίμως ισχυρίζονται».
Ποιοι ψήφισαν υπέρ της αντισυνταγματικότητας του νόμου και ποιοι κατά
Πλειοψηφία: οι αντιπρόεδροι Αθανάσιος Ράντος, Αναστάσιος Γκότσης, Ειρήνη Σαρπ και οι σύμβουλοι Επικρατείας Διονύσιος Μαρινάκης, Αικατερίνη Χριστοφορίδου, Δημήτρης Σκαλτσούνης, Γεώργιος Ποταμιάς, Ευθύμιος Αντωνόπουλος, Σπυρίδων-Κωνσταντίνος Μαρκάτης, Μαρίνα Παπαδοπούλου, Άννα Καλογεροπούλου, Θεόδωρος Αραβάνης, Κωνσταντίνος Πισπιρίγκος και Σοφία Βιτάλη.Μειοψηφία: ο πρόεδρος Νικόλαος Σακελλαρίου, ο εισηγητής της υπόθεσης, σύμβουλος Επικρατείας Γεώργιος Παπαγεωργίου και οι σύμβουλοι Επικρατείας Σπυριδούλα Χρυσικοπούλου, Δημήτρης Κυριλλόπουλος, Εμμανουήλ Κουσιουρής, Δημήτρης Μακρής, Ταξιαρχία Κόμβου, Ηλίας Μάζος, Αντωνία Χλαμπέα, Βασιλική Αναγνωστοπούλου-Σαρρή και Αναστασία Παπαδημητρίου.